Μιρέλα

By glukoksinh

17.8K 1.2K 1.7K

"Σαν την τραγουδίστρια;" Το μεγαλύτερο της πρόβλημα δεν είναι το πως δεν μπορεί να κάνει κοραλί τον τοίχο της... More

Κάθε Αρχή Και Ένα Τέλος-1
Γιατί Τι Έχει Το Κοραλί;-2
Μπομπονιερέ Φόρεμα-3
Κόκκινα Μαλλιά-4
Απουσίες-5
Αρραβωνιαστικός;-6
Νέο Σχέδιο-7
Είδηση-8
Τρίτη Βράδυ-9
Τραπέζι-10
Πριγκίπισσα-11
Αλάτι-12
Σάλτσα-13
Άγριες Μέλισσες-14
Fear Street-15
Κοκκίνησμα-16
Πυροτεχνήματα-17
Λαζάνια-18
Aventurine-19
Guarda Che Luna-20
Άλλη-21
Βλάσης-22
Ο Τέλειος-23
Πάμε Για Ποτό;-24
Για Κάποιο Λόγο-25
Πανελλήνιες-26
Through My Window-27
Έχει Πεθάνει;-28
Τιτανικός-29
Ηλιοτρόπια-30
Δεύτερος Χρόνος-31
Υπόσχεση-32
Επανάσταση;-33
Πως Τον Λένε;-34
Μια Ευκαιρία-35
Γνωστή-36
Μελίνα Πέτρου-37
Πίνκι Πρόμις-38
Αδέλφια;-39
Γιατί Νοιάζεσαι;-40
Έτερος Εγώ-41
Διαγωνισμός-42
Φήμες-43
Σάπια-44
Διαφορετική Οικογένεια-45
Μια Τελευταία Υπόσχεση-46
Πως Αντιστρέφονται Οι Ρολόι-47
Αντίστροφη Μέτρηση-48
Τραγική Ειρωνεία-49
Έφτανε Η Ώρα-50
Όλα Τώρα Άρχιζαν-51
Αγία Μαρίνα-52
Σχέδιο Σε Εφαρμογή-53
Ο Κρύσταλλος Λάμπει-54
Μοιραίο-55
Pride And Prejudice-56
Boutique-57
Ίδιες-58
Πορτοκαλόπιτα-59
Επιλογή μας-60
Τραγούδι του ενενήντα-61
Φαύλος κύκλος-62
Σπάσε την αλυσίδα-63
1.Κάθε Τέλος Και Μια Αρχή-65
2.Κάθε Τέλος Και Μια Αρχή-66
Μετά την λύτρωση είναι η γαλήνη-Επίλογος

Το σκοινί της μοίρας (μας)-64

254 23 64
By glukoksinh

Πιστεύεις στην μοίρα;

Λες να σου έχει παίξει πολλά παιχνίδια; Να ζεις και εσύ μέσα σε ένα φαύλο κύκλο; Τελικά, να μην κατάφερες να σπάσεις την αλυσίδα;

Όλα αυτά που βλέπουμε εδώ και στην ζωή είναι η μοίρα.

Στενοχωρίθηκες όταν έμαθες πως είσαι η άλλη γυναίκα. Γιατί δεν ήταν η ώρα ή ο άνθρωπος για να είσαι η πρώτη.

Έσφιξες τα δόντια όταν έμαθες πως ο αγαπημένος σου άνθρωπος δεν τα κατάφερε. Ήθελες να κλάψεις και να ξεσπάσεις, σκεφτόσουν γιατί αυτός και όχι εσύ. Μα, μέσα σου, ήξερες πολύ καλά αυτό το γιατί.

Έκλαιγες όταν έμαθες ή έζησες το παρελθόν και δεν κατάφερες να κάνεις τίποτα. Κοιτούσες το κενό εκείνες τις μέρες-ξες για ποιες μιλάω- χωρίς να πιστεύεις τι συνέβη.

Δεν έσωσες ποτέ εκείνο το βράδυ τον εαυτό σου. Αλλά, προσπαθείς τώρα να επανορθώσεις. Μόνο που, η πληγή, χαράχθηκε, και δεν βοηθάνε η αναπλαστικές κρέμες. Πάντα μένει σημάδι.

Και ξαφνικά το νερό στο κομοδίνο σου φαίνεται ζεστό. Το ράφι με τα αδιάβαστα δεν είναι πλέον τόσο ελκυστικό. Ο ύπνος δεν είναι ξεκούραση αλλά ένας τρόπος διαφυγής από την πραγματικότητα.

Μετανιώνεις και μετανιώνεις αυτό το κάτι που δεν έκανες. Τα λόγια που δεν είπες, την κατάσταση που μπορούσες να αποφύγεις αν δεν είχες συνδεθεί τόσο πολύ συναισθηματικά.

Μα, το έκανες, και το παρελθόν δεν αλλάζει.

Αν υπάρχει η μοίρα, γιατί να στο κάνει αυτό; Γιατί έμαθες τώρα την αλήθεια που έπρεπε να μάθεις τότε;

Λες κάποιος να θέλει να σε βλέπει να βασανίζεσαι τα βράδια που δεν κοιμάσαι; Της αρέσει να σε κοιτάζει όταν σκουπίζεις τα δάκρυα σου όταν όλοι κοιμούνται;

Μήπως της αρέσει να βλέπει το αόρατο μαχαίρι που έχει καρφωθεί στην καρδιά σου; Δεν το βλέπει κανείς άλλος, μόνο εσύ και η μοίρα.

Χάραξε με το πινέλο της πάνω σου το τι θα πάθεις. Γιατί με δυσκολίες μαθαίνεις την ζωή.

Αλλά εσύ, εσύ ήθελες απλά να αγαπήσεις και να αγαπηθείς. Η αγάπη πονάει ή δεν πονάει τελικά;

Αυτές οι σκέψεις στο τέλος της ημέρας στροβιλίζουν στο κεφάλι σου και τσούζουν τα μάτια σου πάνω από τις σημειώσεις του κινητού.

Δυστυχώς, κάνεις δεν ήρθε να σου πει πως δεν φταις. Δεν πειράζει που δεν πρόλαβες γιατί σχεδόν κανείς δεν το έκανε. Πως δεν αξίζει να το περνάς αυτό μόνη σου.

Η μοίρα για αυτό υπάρχει.

Για να σου υπενθυμίζει πως δεν θα περάσεις καλά στην ζωή σου, γιατί είναι το πιο δύσκολο παιχνίδι. Θυμήσου όμως πως, είναι επίσης το πιο όμορφο δώρο.

Την στιγμή που χαμογέλασες κάτω από τον έναστρο ουρανό, ξαπλωμένη στην άμμο, να ακούς το κύμα να σκάει, έδωσες ζωή σε εκείνον τον άνθρωπο.

Θα ήθελε να σε βλέπει κάθε μέρα έτσι. Θα πήγαινε γονατιστός στην μοίρα για να σε έχει κάθε μέρα έτσι. Χαμογελαστή και ευτυχισμένη.

Αυτός ο άνθρωπος, ο λάθος, ο δεύτερος, είναι η μοίρα σου.

Είτε ζει είτε όχι, είτε χώρια είτε μαζί, συνεχίζει να είναι.

Αν δεν είσαι ευτυχισμένη, δεν είναι ούτε αυτός.

Με το να βρίσκεις τις μικρές στιγμές ευτυχίας θα περπατήσεις ξανά προς το φως.

Θα ξέρεις πως είστε καλά και οι δύο.

Και έτσι, καταφέρνεις να αλλάξεις τον φαύλο κύκλο, σπας την αλυσίδα, αφήνεις το κάρμα και τις αρνητικές σκέψεις, το παρελθόν έγινε αδιάφορο.

Ζήσε όπως σου αξίζει.

Γιατί η μοίρα υπάρχει και είναι εμείς.

Παρόν-2022

"Τι εννοείς δεν ξέρεις που είναι;" ρώτησε η Αγάπη που τον πήρε τηλέφωνο. Δεν έβρισκε την κολλητή της πουθενά, δεν σήκωνε το κινητό της ούτε απαντούσε στα χίλια μηνύματα.

"Δεν ξέρω, δεν μου είπε, απλά έφυγε" ακουγόταν χαλαρός. Στην πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου.

Τον είχαν πάρει όλοι τηλέφωνο. Κανείς δεν γνώριζε που από όλα τα μέρη θα μπορούσε να είχε πάει. Κανένας επίσης δεν μπορούσε να μάθει, είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης.

"Πως γίνεται αυτό ρε Άγγελε; Της έκανες κάτι;"

"Τσακωθήκαμε" Δεν είπε τον λόγο. Πίστευε πως δεν ήταν δουλειά του να το πει. Όπως και δεν ήταν να το κρύψω.

Είχε μετανιώσει αλλά τώρα βρισκόταν σε μια τεράστια αδιέξοδο.

Άκουσε την Αγάπη να ξεφυσάει. "Ωραία, τέλεια. Αν έχω νεότερα θα σου πω" και του το έκλεισε.

Κοίταξε άλλη μια φορά τα κανάλια και τα κουτσομπολίστικα. Μήπως την είδαν και σχολίασαν τον λόγο που φεύγει μόνη της, αλλά τίποτα.

Κοιτούσε τον κοραλί τοίχο απέναντί του. Μόνο αυτό έδινε μια ελπίδα στο σπίτι. Το βλέμμα του έπεσε πάνω στα ημερολόγια. Ήταν ακουμπησμένα πανω στο τραπεζάκι.

Δεν ήταν έτοιμος να ανακαλύψει εκείνον τον κόσμο της. Δεν είχε ιδέα τι θα μπορούσε να δει εκεί μέσα. Γιατί όλα αυτά τα έκανε η οικογένεια του. Δυστυχώς, δεν παύει να είναι αίμα του.

Με μια βαθιά ανάσα άφησε τον κοραλί τοίχο από τα μάτια του και πήρε το γκρι τετράδιο.

12 Σεπτεμβρίου 2016.

《》

"Μαμά είσαι καλά;" την ρώτησε τρομαγμένος και αγχωμένος ο Άγγελος όταν την είδε να κλαίει. Είχε πάθει κρίση πανικού, δεν μπορούσε να ανασάνει καλά και εκείνες οι περίεργες ζαλάδες την είχαν ξαναπιάσει.

"Γιατί δεν κοιμάσαι;" τον ρώτησε με κοφτές ανάσες. Ήταν άγρια χαράματα. Σήμερα ο Αποστόλης της είχε πάρει επίσημος το παιδί και δεν μπορούσε να το δει. Ένιωθε πως θα κατέρρεε όλος της ο κόσμος. Πρόλαβε μόνο να του πει πόσο τον αγαπάει μέχρι να της μισήσει σε κάποια χρόνια.

"Δεν μπορώ να κοιμηθώ" είχε δει εφιάλτη και είχε ξυπνήσει απότομα. Μόλις έχασε τον αδελφό του, δεν ήταν και για αυτόν εύκολο. Άκουσε όμως ρουφήγματα μύτης από το δωμάτιο της και πήγε εκεί.

Ένιωθε ανίκανη μάνα. Σκούπισε τα δάκρυα της με τρεμάμενα χέρια. "Ελα εδώ" του είπε αλλά ακόμα δεν μπορούσαν ένα κατευνάσει την ανάσα της.

"Μαμά, μαζί" της έκανε. Προσπάθησε να της δείξει πως να αναπνεύσει σωστά για να μην γίνει χειρότερη η κατάσταση. Τον ακολούθησε όσο μπορούσε και έπιασε.

"Συγγνώμη" του είπε. "Δεν έπρεπε να με δεις έτσι, συγγνώμη. Είναι δύσκολο και για εσένα και δεν βοηθάω στην κατάσταση" συνέχισε μετανιωμένη και τον έσφιξε στην αγκαλιά της. Είχε μεγαλώσει, σχεδόν την έφτανε στο ύψος και τα χαρακτηριστικά του γινόντουσαν εφηβικά.

Τα δεκατρία ήταν μια περίεργη ηλικία και σίγουρα αυτό που συνέβαινε σπίτι δεν βοηθούσε.

"Μαμά δεν πειράζει" της χάιδεψε την πλάτη. Θα την συμπαραστεκόταν.

Απομακρύνθηκε. Του χάιδεψε απαλά το μάγουλο. "Όλα καλά θα πάνε μωρό μου, στο υπόσχομαι"

《》

Διάβασε όλα τα ημερολόγια μέσα σε ένα βράδυ. Δάγκωνε τα μάγουλα του δυνατά στις περισσότερες σελίδες.

Την έβλεπε να καταστρέφετε μέρα με την μέρα εξαιτίας της οικογένειας του. Οπότε πήγε στην τουαλέτα και έβγαλε όλο το περιεχόμενο του στομάχου του μέσα στην λεκάνη.

Δεν μπορούσε να χωνέψει τι είχε περάσει στα χέρια τους.

Έπλυνε τα δόντια του και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Ήταν σε άθλια κατάσταση. Είχε μαύρους κύκλους και η κούραση φαινόταν στα μάγουλα του.

Του ανοίχτηκε, έκανε την δουλειά της με τις λέξεις. Οπότε ήταν η δικιά του σειρά.

Πότε δεν το είχε με τις λέξεις αλλά το προτιμούσε έτσι. Πήρε ένα ίδιο τετράδιο μπλε και ξεκίνησε να γράφει με ένα μαύρο στυλό τι του έχει συμβεί.

Γιατί, μπορεί η οικογένεια του να την κατέστρεψε αλλά η οικογένεια μου θα σε κολλήσει πίσω, αγάπη μου. Και αυτός θα είμαι εγώ.

Είναι χρέος μου.

Γιατί και εσύ και εγώ, μπορούμε να φτιάξουμε μαζί, να κολλήσουμε τα κομμάτια μας που έσπασε η οικογένεια μου.

Μπορεί να μην είναι το ίδιο αλώβητα αλλά το κάναμε μαζί. Και αυτό μετράει.

《》

"ΠΑΣ ΚΑΛΑ ΓΑΜΩ ΤΟ ΚΕΦΆΛΙ ΣΟΥ;" τον ρώτησε έξαλλος ο Άγγελος κουνώντας τον πέρα δώθε.

"Κάναμε αυτό που έπρεπε" απάντησε ο πατέρας του και εις βάρος του δεύτερου γιου του.

"ΣΚΟΤΩΣΕΣ ΤΟΝ ΚΟΛΛΗΤΟ ΣΟΥ. ΣΚΟΤΩΣΕΣ ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΈΝΕΙΑ. ΑΦΗΣΕΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΦΑΝΑ" αηδίαζε μόνο που τον είχε μπροστά του.

"Μας έπιασαν σχεδόν Άγγελε και είμαι σίγουρος πως είχαν βάλει το χεράκι τους" απάντησε με πικρία στην φωνή του.

Μα καλά, όντως δεν είχε κανένα συναίσθημα πέρα απο μίσος για αυτό τον κόσμο;

"Είσαι άρρωστος" έφτυσε.

"Δουλεύω για εμάς όσο εσύ μου έχεις γυρίσει την πλάτη"

"Ναι γιατί ήσουν φριχτός πατέρας και σύζυγος. Δεν θέλω να δουλεύεις για εμένα. Θέλω να με αφήσεις ήσυχο" είπε θυμωμένα αν και ο πατέρας του ήταν ακόμα ήρεμος.

Δεν έχει ιδέα τι πέρασαν αυτά τα χρόνια και τολμάει να λέει πως δουλεύει για αυτούς;

"Δεν θέλω να καταστραφώ Άγγελε. Η Μιρέλα είναι μια ελπίδα" είπε χωρίς ίχνος μετανοίας στην φωνή του. Έμεινε άφωνος με το ποσό απαθής είναι. Δεν είναι πατέρας του.

"Πάνω από το πτώμα μου" δήλωσε και έφυγε κοπανόντας την πόρτα.

Το σχέδιο του όμως μόλις είχε αρχίσει. Ο Ηλίας γελούσε με τα χάλια του αδελφού του.

"Κάπα, ξέρεις τι να κάνεις" είπε ο μικρότερος όταν βγήκε από το γραφείο για να τους ακούει.

Ο Ευθυμίου ένευσε θετικά. Ήρθε η ώρα να πέσει η ιδέα του δείπνου.

Όλα ήταν οργανωμένα.

《》

"Άγγελε αυτό είναι πολύ γλυκό" η Δέσποινα άφησε το μπλε ανοιχτό τετράδιο πάνω στο γραφείο της. "Και; Ποτέ θα της το δώσεις;" τον ρώτησε στην συνέχεια.

Ανασήκωσε τούς ώμους του. Τα έκανε όλα αυτά, έχασε τον ύπνο του, αλλά πως στο καλό θα βρει που είναι αν δεν το σηκώνει σε κανέναν;

"Δεν μπορώ να καταλάβω που είναι. Μπορεί να έχει πάει παντού αυτή η κοπέλα" Ήταν απελπισμένος. Το έβλεπε η ψυχολόγος στα μάτια του.

Όταν ξεφύλλισε το τετράδιο του ήταν σίγουρη πως η Μιρέλα αυτό ακριβώς θα ήθελε να διαβάσει. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.

"Παντού;" ρώτησε χωρίς να ξέρει αν πρέπει να τον βοηθήσει. Δεν μπορούσε να σπάσει το ιατρικό απόρρητο. Δεν είναι σωστό για κανέναν ασθενή της. Όμως αυτοί οι δύο...

"Έχει άκρες παντού. Θα μπορούσε να κρύβεται κάπου στην Αθήνα ή στην Γαλλία-που ξέρει και την γλώσσα-ή στην Ιταλία. Τώρα τελευταία ήταν να πάμε και Μήλο αλλά προβλήματα"

Όταν άκουσε Ιταλία τα πράσινα λαμπάκια έλαμψαν. Φυσικά και ήξερε που βρισκόταν η Μιρέλα, ήταν σίγουρη. Την ξέρει πολύ καλά.

Οπότε έσπασε το απόρρητο. Απλά έμμεσα. Πήγε μια τούφα των ξανθών μαλλιών της πίσω από το αφτί της. Έριξε μια ματιά στις σημειώσεις της.

"Αν το έσκαγες ποτέ, που θα πήγαινες;" το γέλιο της Σάρας ήχησε δυνατά στα αφτιά της.

"Για να ειδοποιήσεις τους γονείς μου; Καλά, έχει παλιώσει το αστείο Δέσπω" Ήταν η μόνη που την φώναζε έτσι και κάθε φορά το έβρισκε αστείο. Είχε καταφέρει να έχουν μια καλή σχέση μεταξύ τους.

"Δεν μπορώ να πω κάτι Σάρα στους γονείς σου. Δεν μου επιτρέπεται. Αλλά θα ήθελα να ξέρω" την είδε να μορφάζει στο Σάρα. Ακουγόταν τόσο λάθος. Το σημείωσε.

"Δεν θέλω να σου πω"

"Να μαντέψω;" ένευσε. Σιγά μην το έβρισκε-

"Πάντα αναφέρεις την Ιταλία. Και συγκεκριμένα το Μιλάνο. Θα μπορούσες να ζεις εκεί για πάντα, σωστά; Οπότε, υποθέτω εκεί. Μάλιστα στο σπίτι της γιαγιάς σου" την άφησε άφωνη.

"Δεν θα το πεις όμως ποτέ σε κανέναν"

"Ούτε στον έρωτα της ζωής σου που θα σε ψάχνει γιατί το έσκασες;" της έκανε ειρωνικά και εκείνη γέλασε απαλά.

"Ποτέ δεν θα γίνει αυτό έτσι και αλλιώς"

"Ποτέ μην λες λες ποτέ μικρό"

Να που ήρθε αυτή η ώρα.

"Δεν υπάρχει κάποιο μέρος που αναφέρει συχνά; Κάπου που θα τα παρατούσε όλα για να πάει. Ένα μέρος που το βάζει πάνω από όλα...;" Ήταν το μόνο που είπε. Ήταν για καλό και το ήξερε.

Τον έβαλε σε σκέψεις. "Ναι υπάρχει..." ψέλλισε. Είχε καταλάβει πως ήταν σίγουρος για το που ήταν πλέον. Ένιωσε λίγο χαζός που δεν το κατάλαβε από την αρχή αλλά ήταν σε μια σύγχυση από την ώρα που έφυγε. Οριακά επικοινωνούσε.

"Ποιο είναι;" θέλησε να σιγουρευτεί.

"Μιλάνο. Ιταλία. Πρέπει να βρω εισιτήριο, πρέπει να την βρω" σηκώθηκε όρθιος κοιτάζοντας πέρα δώθε αγχωμένος. Φαινόταν πως είχε να κοιμηθεί πάνω από είκοσι-τέσσερις ώρες.

Η Δέσποινα του χαμογέλασε. "Την αγαπάς όντως, ε;" την κοίταξε.

"Θα έκανα τα πάντα για εκείνη. Θα τα τίναζα όλα στον αέρα" τα πάντα για να έχω πάλι φως στην ζωή μου. Δεν μπορώ άλλο σκοτάδι.

Χαμογέλασε πιο πλατιά και του έδωσε το τετράδιο. "Τρεχα τότε να την βρεις" και αυτό θα έκανε.

2 Μαρτίου 2022

"Κουράστηκα Πέτρο. Κουράστηκα πλέον με αυτή την ιστορία" ξάπλωσε δίπλα του με όλα τα κόκαλα της να πονάνε. Ήθελε απλώς να κοιμηθεί αλλά αυτή η ιστορία δεν την άφηνε κανένα βράδυ.

"Το ξέρω αγάπη μου" της είπε και την έχωσε στην αγκαλιά του. Ήξερε πως δεν θα έπαιρνε καλά αυτό που θα της έλεγε.

"Πες το" μουρμούρισε μιας και το κατάλαβε. Εκείνος πήρε μια βαθιά ανάσα.

"Πέντε του μήνα πρέπει να πάμε Ελβετία, Αθηνά. Δεν γίνεται να το καθηστερούμε άλλο" ξεφύσησε και βρήκε τα μάτια του.

"Δεν μπορούμε να πάμε όμως. Έχουμε γλυτώσει κάμποσες φορές τον τελευταίο χρόνο από τον Αποστόλη. Τώρα δεν θα τα καταφέρουμε"

Όλοι τους είχαν περάσει για τρελούς και πως βλέπουν παντού εχθρούς, για αυτό δεν πήγαιναν κανένα ταξίδι. Αλλά εκείνοι ήξεραν.

Τελευταία παρατήρησαν περίεργες κινήσεις από την οργάνωση, επειδή δεν δέχτηκαν να τους δώσουν παραπάνω λεφτά και ένσημα.

Ο,τι έγινε και στην Μιρέλα δηλαδή, απλά... με ένα άλλο τέλος.

"Το ξέρω αλλά δεν γίνεται να μην πάμε, αν τους αρνηθούμε θα πεθάνουμε έτσι και αλλιώς" εκείνη οι Ελβετοί είχαν πολύ καλή σχέση με την οργάνωση. Τους έστελνε όπλα, οπότε αυτόματα, δεν θα τα πήγαιναν καλά σαν εταιρίες.

Τους ειχαν στείλει για μια συνεργασία και εκείνοι δέχτηκαν χωρίς να ξέρουν ποιοι στην πραγματική είναι και τι θέλουν. Όταν το κατάλαβαν ήταν αργά.

Είχαν αρνηθεί συνάντηση πολλές φορές. Αλλά πλέον δεν γινόταν. Δεν μπορούσαν να πάνε σε δικηγόρο από την στιγμή που ήταν κάποτε μπλεγμένοι.

Ήταν σε αδιέξοδο.

"Πέτρο, δεν μπορούμε να φύγουμε. Αυτό σημαίνει πως θα αφήσουμε τα παιδιά μας" σηκώθηκε από την αγκαλιά του, έφτιαξε το μαξιλάρι της κατάλληλα για να κάτσει και να μην χτύπησει το κεφάλι της στο κεφαλάρι. "Η Μιρέλα δεν είναι έτοιμη, η Γεωργία τώρα μπήκε στο πανεπιστήμιο και θέλει βοήθεια. Ο Παύλος είναι ακόμα παιδί! Πρέπει να μεγαλώσει μαζί μας" η φωνή της έσπασε σε κάποια σημεία.

Κάθισε ακριβώς στην ίδια στάση με εκείνη κοιτάζοντας τον τοίχο απέναντι του. "Το ξέραμε πως αυτό θα συμβεί βρε Αθηνά μου, δεν το ξέραμε; Ο Παύλος μπορεί να μεγαλώσει με την μαμά σου, στο σπίτι έτσι και αλλιώς, θα μείνουν άλλοι. Η Γεωργία θα πονέσει πολύ, το ξέρω, αλλά είμαι σίγουρος πως θα το ξεπεράσει. Τώρα για την Μιρέλα, μπορούμε να βάλουμε τον Άγγελο να κάνει κάνα τεστ όσο είναι εκεί, για παράδειγμα κάνα έγγραφο που ζητάνε ποσοστά" πεταξε μια ιδέα αλλά η μάνα ακόμα πονούσε που θα άφηνε τα παιδιά της.

Το σπίτι, επειδή ήξεραν πως κάποτε επρόκειτο να συμβεί, το είχαν νοικιάσει σε μια οικογένεια. Τα κορίτσια δεν θα ήθελαν να μείνουν εδώ.

Ήταν σίγουρος θάνατος.

"Δεν είναι λύση αυτό" είπε με παράπονο. "Πέτρο δεν θέλω να πεθάνω. Άσε εμάς, έχεις ιδέα πόσοι μας χρειάζονται;" συνέχισε και πότισε το μάγουλο της ένα δάκρυ.

Πόσο φριχτό είναι να ξέρεις πως έχεις κάτι μέρες ζωής; Να μην έχεις ζήσει όσο θες;

"Το ξέρω ψυχή μου" την έβαλε για μια ακόμα φορά μέσα στην αγκαλιά του. Ήθελε να κλάψει και αυτός, όλο αυτό δεν το χωρούσε το μυαλό του. Αλλά δεν θα βοηθούσε την κατάσταση, ειδικά τώρα.

"Ήμασταν καλοί γονείς;" ρώτησε μετά από λίγο ακόμα χωμένη στο στερνό του.

"Ναι. Μπορεί να μην ήμασταν τέλειοι εξαιτίας χρόνου και πίεσης, αλλά κάναμε θυσίες. Και τώρα κάνουμε την μεγαλύτερη" αυτό κάπως τους παρηγόρησε.

"Είναι ή εμείς ή η Μιρέλα δηλαδή;"

"Ναι"

"Ωραία" η Αθηνά πήρε μια βαθιά ανάσα. "Αύριο τους παίρνεις τηλέφωνο, θα πάμε. Τα παιδιά μου θα ζήσουν"

Της άφησε ένα απαλό φιλί στο μάγουλο.

Μαζί τα κάναμε θάλασσα αλλά μαζί θα πεθάνουμε. Είσαι η καλύτερη μου παρέα. Είμαστε η μοίρα μας.

Παρόν-2022

Πήγε στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος με ούτε μια βαλίτσα στο χέρι. Πήρε μόνο το κινητό του και λεφτά για να αγοράσει ένα εισιτήριο. Φυσικά και πήρε το μπλε τετράδιο, θα το είχε σαν χειραποσκευή.

Η κυρία που πουλούσε τα εισιτήρια ναι μεν ήταν ευγενέστατη, υπερβολικά αργή δε. Είχε μπει σε slow-motion και ο Άγγελος δεν είχε χρόνο για αυτό.

"Υπάρχει μια πτήση άμεση Αθήνα-Μιλάνο σε τρεις ώρες, θέλετε να σας-" πως γίνεται ένας άνθρωπος να μιλάει τόσο αργά.

"Ναι! Θέλω" του βγήκε ο κούκος αηδόνι αλλά άξιζε. Ήξερε πως δεν υπήρχαν συχνά άμεσες πτήσεις. Οπότε το πήρε ως θετικό σημάδι που κατάφερε να το κλείσει.

Κάθισε σε μια καρέκλα. Πήρε τηλέφωνο την Γεωργία. "Παρακαλώ;"

"Γεωργία, ο Άγγελος είμαι, θέλω να με βοηθήσεις σε κατι"

"Τι έγινε; Βρήκαμε την Μιρέλα;" ρώτησε με μια μικρή ελπίδα στην φωνή της.

"Δεν είμαι σίγουρος, αυτό πάω να κάνω. Μπορείς να μου πεις που είναι το σπίτι της γιαγιάς σου στο Μιλάνο;"

"Περίμενε" το έκανε. "Στο navigli. Είναι εκεινο το μέρος με ένα ποτάμι στην μέση. Σίγουρα το ξέρεις. Σου στέλνω διεύθυνση"

"Ευχαριστώ"

"Είσαι σίγουρος πως είναι εκεί;" ο Παύλος όλη την ώρα ρωτούσε που είναι η αδερφή του. Μπορούσε να τον ακούσει πίσω από το τηλέφωνο να το ρωτάει στην γιαγιά Μιρέλα.

"Αλλιώς θα γυρίσω όλη την Ιταλία" είπε και η κοπέλα χαμογέλασε. Θα την έβρισκαν, ήταν σίγουρη.

[...]

Τον πήρε ο ύπνος για πρώτη φορά στο ταξίδι. Ήταν αρκετά κουρασμένος. Μόνο ένα μπάνιο είχε καταφέρει να κάνει στο σπίτι, αλλά ήξερε πως αξίζει την ταλαιπωρία.

Αυτές οι δυόμιση ώρες όμως κάπως τον γέμισαν με ενέργεια. Κάτι του έλεγε πως θα είναι εδώ. Ένιωθε την ενέργεια της, είχε περάσει από εδώ.

Πέρασε τον έλεγχο και βγήκε έξω από το αεροδρόμιο Malpensa. Κοίταξε γύρω του. Δεν έχω ιδέα που είμαι.

Ξεφύσησε κοιτώντας δεξιά και αριστερά. Έβαλε το χέρι στα μαλλιά του. Ήταν ήδη ανάκατα αλλά με αυτόν τον τρόπο τα έκανε ακόμα πιο πολύ.

Μπήκε στο Google να δει πως μπορεί να πάει. Βρήκε ένα λεωφορείο που μπορούσε να τον πάει ακριβώς σε εκείνη την περιοχή. Η στάση είχε δέκα λεπτά περπάτημα από το αεροδρόμιο.

Οπότε ακολούθησε πίστα τις οδηγίες. Η πιο κοντινή διαδρομή ήταν μια ώρα και τριάντα λεπτά. Αλλά δεν τον ένοιαζε, ήθελε να την βρει. Αν αυτό ήταν πιο γρήγορο, αυτό θα έπαιρνε.

Προς έκπληξη του, είχε θέσεις. Κρατούσε το τετράδιο του σφιχτά και που και που το ξεφύλλιζε. Δεν είχε γεμίσει όλες τις σελίδες, αλλά αυτά που χρειαζόταν. Τα πιο έντονα και αυτά που θυμάται.

Έγραψε για το πως βοήθησε την μητέρα του, το ποσό του άρεσε η εταιρία, το ποσό μισεί τον πατέρα του και τον αδελφό του. Απέφυγε να γράψει για την Μαρίνα, δεν χρειαζόταν στην προκειμένη περίπτωση. Τα περισσότερα τα ήξερε έτσι και αλλιώς.

Μια κυρία μεγάλης ηλικίας κάθισε δίπλα του. "Ragazzo, ti dispiace se mi siedo qui? " Αγόρι μου, σε πειράζει να κάτσω δίπλα σου; Τον ρώτησε αλλά εκείνος δεν κατάλαβε τίποτα.

"Excuse me?"

"Oh, sei un ospite? Aspettare..." Ωχ ξένος είσαι; Περίμενε... Πάλι δεν κατάλαβε τίποτα. Τελικά έπρεπε να του μάθει και άλλες λέξεις η Μιρέλα.

Άρχισε να δείχνει την θέση και με κάποιον μαγικό τρόπο, την κατάλαβε. Ένευσε θετικά κάνοντας λίγο ακόμα άκρη και κόλλησε στο παράθυρο για να βολευτεί.

[...]

Σχεδόν έφταναν και είχε μια πολύ ωραία θέα έξω. Ο ουρανός είχε βαφτεί με θερμά χρώματα έτοιμος για το ηλιοβασίλεμα της ημέρας. Ο πορτοκαλοκίτρινος ήλιος έπεφτε μαγικά πάνω στα αξιοθέατα της πόλης.

Η κυρία άρχισε να ψαχουλεύει κάτι στην τσάντα της. Έβγαλε από μέσα ένα κασετοφωνάκι με μια πολύ ψηλή κεραία. Για αρχή, πως χώρεσε όλο αυτό στην τσάντα, δεύτερον, ποιος έχει κασετόφωνο;

"You don't mind, correttamente?" Ρώτησε με σπαστή ιταλική προφορά. Τον είδε να γνέφει αρνητικά και χάρηκε. Όχι που συμφώνησε-γιατί ο,τι και να έλεγε θα έβαζε μουσική-αλλά γιατί μπορούσε να πει κάτι που είχε μάθει στα αγγλικά. Της το είχαν διδάξει τα εγγόνια της.

Όταν όμως πάτησε το κουμπί του ραδιοφώνου, μετάνιωσε την ώρα και την στιγμή. Γιατί, δεν έπαιζε άλλο τραγούδι από το guarda che luna.

Αυτό ήταν το τραγούδι τους και το είχαν ακούσει την πρώτη φορά που πήγαν Ιταλία, τότε στην Ρώμη.

Κα ξαφνικά χαμογέλασε. Μπορεί να είναι και άλλο σημάδι.

[...]

Όταν κατέβηκαν από το λεωφορείο άρχισε να ψάχνει την οδό. Το μέρος ήταν πολύ ωραίο. Είχε κόσμο και ωραία χρώματα. Το σπίτι της γιαγιάς ήταν μέσα σε κάτι στενάκια από ο,τι κατάλαβε.

Είχε ηλιοβασίλεμα κανονικά πλεον, αυτό σηματοδοτούσε πως σε λίγο, θα σκοτεινιάσει. Το κινητό του ήδη θα έκλεινε σε λίγο από μπαταρία, οπότε έπρεπε να κάνει όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

Κυριολεκτικά μπήκε στην καρδιά της πόλης. Που σκατά είναι το πενήντα-εφτά;

Και το κινητό έκλεισε μόλις βρέθηκε έξω από ένα μικρό και όμορφο, απαλό ροζ σπιτάκι. Είχε κεραμίδια και δεν διέφερε πολύ από τα άλλα δίπλα, πέρα έναν μικρό κήπο και έναν κισσό που κάλυπτε σε διάφορα σημεία ομοιόμορφα το σπίτι.

Απέξω έγραφε με χρυσά γράμματα πενήντα-εφτά. Ήλπιζε να είναι αυτό.

Μπήκε μέσα στην αυλή. Είχε πολύ ζωή πάντως για ένα σπίτι που δεν κατοικείται.

Όταν έφτασε στην ξύλινη πόρτα έσφιξε δυνατά το μπλε του τετράδιο. Πήρε μια βαθιά ανάσα και έκλεισε τα μάτια του λίγο περισσότερο.

Χτύπησε το χρυσό κουδούνι, από μέσα ακούστηκε ο ήχος του και έπειτα κάποια βήματα.

Η καρδιά του σφίχτηκε στην ανυπομονησία.

Και η πόρτα άνοιξε.

5 Μαρτίου 2022.

Η τρεις γυναίκες κατέβηκαν μαζί κάτω για την κλασική κουβέντα και τα αντίο. Τα τακούνια έκαναν θόρυβο στις εξωτερικές σκάλες του σπιτιού σε αντίθεση με τις παντόφλες που φορούσαν οι κόρες της.

"Λοιπόν" ξεκίνησε αυστηρά ο Πέτρος αλλα όλοι ξέραν πως στο τέλος θα μαλακωνε. "Θέλω να προσέχεις την αδελφή σου και τον αδελφό σου" είπε κοιτάζοντας στα μάτια την μεγάλη του κόρη. "Και εσύ να κάτσεις να διαβάσεις! Όχι βόλτες όλη μέρα!" είπε γυρνώντας το βλέμμα του στην μικρη του κόρη την Γεωργία.

"Θέλω να προσέχετε και να κλειδώνετε το σπίτι. Θα μας παίρνετε τηλέφωνο απόγευμα προς βράδυ γιατί τις υπόλοιπες ώρες θα είμαστε σε τρεξίματα" συνέχισε αυτή την φορά πιο γλυκά. Νοιαζόταν για τις κόρες του.

Τους φίλησαν στο μάγουλο λες και ήταν ακόμα πέντε και οχτώ χρονών και τους έλεγαν πως θα έφευγαν για δύο μέρες οπότε θα μένανε με την γιαγιά. Μπηκε πρώτα η Αθηνά μέσα στο αμάξι και λίγο πριν μπει και ο άντρας της αναφώνησε σαν να θυμήθηκε κάτι.

"Α και Μιρέλα! Πέρνα από την εταιρία αύριο για τα χαρτιά. Να κάνεις εξάσκηση" της είπε ο πατέρας της και αυτή χαμογέλασε και εγνεψε πως θα πάει. Τα οικονομικά ποτέ δεν της άρεσαν, μόνο για χάρη των γονιών της. Το ήξεραν μα δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι, όλοι ήξεραν πως η εταιρία θα πάει στα χέρια της και όχι στης αδελφής της. Φυσικά και οι γονείς τους θα την άφηναν και στις δύο αλλά η Γεωργία τους βγήκε πιο επαναστατική.

Μπηκε και αυτός μεσα στο αμάξι και ξεκίνησαν, με τις κόρες τους να τους κοιτάνε να φεύγουν.

Ο Πέτρος κρατούσε το τιμόνι σφιχτά. Η Αθηνά δίπλα του κοιτούσε τον δρόμο. Τους ειχαν πει τόσα ψέματα σήμερα. Τόσα ψέματα πως είναι ένα απλό ταξίδι και όλα θα πάνε καλά.

Το ήξεραν πως τίποτα δεν θα πήγαινε καλά.

Ήταν η τελευταία φορά που θα τους έβλεπαν και νιώθει πως δεν τους χάρηκαν καθόλου. Λες και όλα αυτά τα χρόνια ήταν λίγα. Θέλουν άλλη μια ζωή.

Ο Πέτρος κοίταξε τον καθρέφτη από πίσω του μόλις μπήκαν στην εθνική. "Μας ακολουθεί ένα μαύρο τζιπ" η γυναίκα του ξεροκατάπιε και κοίταξε διακριτικά τον δικό της καθρέφτη.

"Κάνε σαν να μην συμβαίνει τίποτα, στρίψε να μας χάσουν" του είπε σχετικά ήρεμη. Εκείνος ένευσε καταφατικά και το έκανε.

Πήγαιναν αργά για να μην δείξουν ταραχή. Άρχισαν να κάνουν γύρους στα στενά. Για καλή τους τύχη, δεν είχε κίνηση οπότε είχαν μια ελευθερία.

"Πέτρο;"

"Ελα Αθηνά μου;" άκουσε την φωνή του αγχωμένη και πήγε να ξεχάσει αυτό που ήθελε να πει. Υπήρξε μια παύση.

"Ελπίζω να μην κατηγορείς τον εαυτό σου για αυτό. Γιατί δεν φταις πουθενά και θέλω να το ξέρεις" γύρισε να τον κοιτάξει. "Αυτός πίσω μας φταίει για όλα. Μόνο και μόνο αυτός. Σ' αγαπάω και χαίρομαι που ακόμα και σε αυτό είμαστε μαζί"

Χαμογέλασε χωρίς να την βλέπει. Όντως κατηγορούσε τον εαυτό του αλλά τον χαλάρωναν πολύ αυτά τα λόγια της. Έκανε μια απότομη στροφή για να μην τους φτάσουν.

"Χαίρομαι πολύ που καταφέραμε να κάνουμε όλα αυτά. Και δεν μιλάω για επαγγελματικά. Είσαι ο αγαπημένος μου άνθρωπος Αθηνά, και εγώ σ' αγαπάω" η γυναίκα βούρκωσε, του έπιασε το χέρι και εκείνος το τύλιξε γύρω από το δικό της.

Πόσο τραγικό Θεέ μου, θα πέθαιναν μαζί χέρι χέρι.

Δεν έκαναν για πολύ ώρα κύκλους ώσπου να τους χάσουν.

Εκεί που πήγαν να πάρουν μια ανάσα ανακούφισης γιατί, μπορεί και να ζούσαν τελικά, πετάχτηκε μπροστά τους το τζιπ.

"ΣΤΡΙΨΕ" φώναξε η Αθηνά απότομα και έσφιξε το χέρι του. Του κόπηκε η ανάσα για μια στιγμή αλλά έστριψε πριν την παραλίγο σύγκρουση.

Κοιτούσαν και οι δύο έντρομοι τον δρόμο. Ο θάνατος είχε περάσει μπροστά από τα μάτια τους και δεν μπορούσαν να ελέγξουν τους χτύπους της καρδιάς τους. Αν έβγαιναν ζωντανοί, σίγουρα θα είχαν καρδιοπάθειες μετά.

Ο Πέτρος έστριψε άλλη μια φορά και μπροστά είδαν πάλι την εθνική. Το αμάξι πήγαινε αρκετά γρήγορα και καθώς πλησίαζαν τα κάγκελα συνειδητοποίησε κάτι.

"Μπορεί και να την γλυτώσ-" πήγε να πει η Αθηνά αλλά την διέκοψε.

"Κάποιος χαλάρωσε τα φρένα" της είπε με το τέλος τους να χρωματίζει την φωνή του.

Εκείνη άσπρισε. "Τι;" έπρεπε να το είχαν καταλάβει πως κάτι θα είχαν πειράξει.

Ο Πέτρος το πατούσε με μανία αλλά τίποτα. Το αμάξι είχε πάει ήδη στο εκατόν-ογδόντα και δεν σταμάταγε.

Έβλεπαν τα κάγκελα να έρχονται όλο και πιο κοντά τους. Γύρισαν στιγμιαία το κεφάλι τους και τα βλέμματα τους συναντήθηκαν για μια τελευταία φορά.

Μπλε με μπλε.

Για τα παιδιά μας.

Ακούστηκε ένα μπαμ. Ήταν το τελευταίο πράγμα που άκουσαν πριν ξαφνικά δουν φως.

Το σκοινί της μοίρας μας μόλις κόπηκε.









































~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ένα σκουπιδάκι μπήκε στο μάτι μου, δεν κλαίω

Από τα λίγα κεφάλαια που πραγματικά δεν ήθελα να το γράψω και δάκρυζα. Δεν ξέρω αν σας συγκίνησε και εσάς αλλά εμένα υπερβολικά πολύ

Ε μπορεί να φταίει που έχουμε ακόμα δυο κεφάλαια-βασικά κανονικά ένα απλά είναι χωρισμένο στα δύο-και μετά επίλογο. Και αυτό πονάει αρκετά

Αυτό το κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στους γονείς μου, γιατί ξέρω πως θα έκαναν ακριβώς το ίδιο για εμένα και τον αδελφό μου.

Αφιερωμένο σε όλους τους γονείς του κόσμου που θα έκαναν το ίδιο.

Έλα σε βλέπω πήγαινε να τους κάνεις μια αγκαλίτσα

Φιλούμπεςς🫶🫶

Continue Reading

You'll Also Like

1.4M 83.9K 81
"ΤΙ ΕΝΝΟΕΙΣ ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΘΑ ΜΕΊΝΟΥΜΕ ΜΑΖΊ;!" Φωνάζω σοκαρισμένη. "Μην ανησυχείς κερασάκι. Θα περάσουμε ωραία μόνοι μας στο σπίτι μου για τρεις ολόκληρ...
405K 19.1K 70
"Κλείσε τα μάτια σου" μου λέει στο άσχετο και πλέον ήρεμος. Προσπαθώ να χαλαρώσω τις ανάσες μου από την ένταση της στιγμής. "Τι;" τον ρωτάω στην προσ...
499K 17.9K 46
Αυτοί ήταν έφηβοι ,ήταν ανώριμοι .Έπαιξαν με τα συναισθήματα των άλλων .Το μέλλον τους δίνει μία ευκαιρία να επανορθώσουν .Αυτοί θα την εκμεταλλευτού...
8.6K 760 24
Αθήνα, Αύγουστος 1990 Η ιστορία ξεκινά. Στοιχείο που χαρακτηρίζει τούτο το βιβλίο; Η φωτιά. Η φωτιά που ξεχειλίζει από τα μάτια κάθε ανθρώπου και του...