ΕΡΩΤΑΣ, Ο ΛΥΣΙΜΕΛΗΣ

By EvgeniaSevastou

33.6K 628 333

Ἔρος δηὖτέ μ᾿ ὀ λυσιμέλης δόνει, γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον.. (Σαπφώ) Πάλι σπαραζει με ο έρωτας, που παραλ... More

Αντί εισαγωγής
Τα όνειρα γίνονται πράξη
Ο παππούς και η γιαγιά
Φιλία ή Έρωτας;;
Το πιο τρυφερό μέρος της γης
Η Πρώτη μας φορά
Χωρισμός
Παράδεισος & Κόλαση
Το Λενιώ μας
Τα γενέθλια
Ο "Γάλλος"
Πρεμιέρα
Ακροβατώντας σε τεντωμένο σκοινί
Αποκάλυψη
Από τα γενέθλια, στο γάμο..
Δύο μέρες μόνο για μας
Paparazzi
Στα όρια..
Ξανά μαζί - η αποκάλυψη
Ισορροπίες
Θεσσαλονίκη για δύο
Τοξικός έρωτας
Καλύτερα "χώρια"
"Σαν να με αγαπάς"
Έκπληξη 💝
Ομολογία αγάπης
Η μεγάλη συνάντηση (part 1)
Η μεγάλη συνάντηση (part 2)
Η πρόταση
Το τέλος
Οντισιόν
Η Ελπίδα μας
Όνειρα και εφιάλτες
Μάνα Λενιώ
Προξενιό
Εξομολογήσεις και καβγαδακια
Αόρατες κλωστές
Έρωτας, όπως παλιά.
Το ψέμα

Έρωτας ανεξαρτήτου ηλικίας

584 19 2
By EvgeniaSevastou

Όλη η οικογένεια μαζεμένη στην αυλή της Ελένης γιόρταζε τον Λάμπρο με κέφι και χαρά. Τα ξαδέρφια με τις γυναίκες τους, όλοι σε προχωρημένη ηλικία πια, απολάμβαναν τη φροντίδα και την περιποίηση των θυγατέρων τους.

Η Αννετα με την Ελπιδα ετοίμασαν άπειρα μεζεδάκια και οι άντρες τους έψηναν απ'το πρωί τα κρεατικά. Ο Λάμπρος με τον Κωνσταντή έκαναν διαρκώς υποδείξεις στους γαμπρούς τους που δε φαίνονταν να τους δίνουν και πολλή σημασία. Η μικρή Δρόσω με την Ελενίτσα κουτσομπολευαν και έβγαζαν φωτογραφίες αδιαφορώντας για τις μάνες τους που τους ζητούσαν βοήθεια.

-Ασε το παιδί βρε Ελπιδα μου, μια φορά είπε να έρθει στο χωριό. Άστο λίγο να το χαρώ.

-Να τη χαρείς μπαμπά, ολόκληρη γαϊδουρα και την ταχταριζεις στα πόδια σου σα να ναι πέντε χρόνων.

-Για μένα θα είναι πάντα το μικρό μου λουλουδάκι, η νεραιδουλα μου.

-Και για μένα παππουκα μου θα είσαι πάντα ο ιδανικός πρίγκιπας του παραμυθιού.

-Και για πείτε μουσιτσες, εκεί στην Αθήνα πώς τα περνάτε; Έχουμε βρει κανένα αγόρι;

-Τι λες ρε Κωνσταντή στα παιδιά; Ακούς εκεί να αρχίσουν τα γαμπρισματα. Μικρά είναι ακόμα. Έτσι δεν είναι νεραιδακι μου;

-Ετσι είναι παππουκα μου, είπε πονηρά η μικρή που δεν ήθελε να του χαλάσει το όνειρο.

-Ξάδερφε που ζεις; Στην ηλικία τους οι μάνες τους είχαν παιδιά.

-Τωρα αυτό γιατί μου το θύμησες; Που έστειλα το λουλούδι μου να σπουδάσει και αυτός ο λιμοκοντορος μου το φούσκωσε. Να συγχυστω θες μέρα που ναι;

-Σταμάτα βρε παππού, μια χαρά είναι ο μπαμπάς μου και την αγαπάει τη θυγατέρα σου σαν τρελός.

-Αυτο του έλειπε να μην αγαπάει το λουλούδι μου και να μη μου το φροντίζει. Πριγκίπισσα την είχα εγώ την Ελπιδα μου, όχι να μαγειρεύει και να καθαρίζει όλη μέρα.

-Ο προκομενος ο δικός μας, άγιες μέρες και δε μπορούσε να έρθει στον τόπο του, να δει την οικογένειά του. Πήγε με αυτή την  παριζιανα που παντρεύτηκε στο Μεξικό. Στέκουν αυτά;

-Έχεις δίκιο αδερφέ, Μεξικα και βλακείες, σαν τον τόπο σου δεν έχει.

-Μην τον ξεσηκώνεις και συ βρε παππού, το Μεξικό είναι ταξίδι ζωής. Η Ασημίνα με τους γονείς της θα δει πράγματα που εμείς ούτε τα φανταζόμαστε.

-Θελεις και συ ομορφιά μου να πας; Να σας κάνουμε τα εισιτήρια με το Λάμπρο και να πάτε το καλοκαίρι, να πάρετε και τις μάνες σας μαζί να σας έχουν έννοια. Τι λες ξάδερφε;

-Εννοειται πως συμφωνώ Κωνσταντή. Να δούνε και οι κόρες μας κάτι άλλο πέρα από το Διαφάνι. Ο γαμπρός μου ούτε μέχρι το Παρίσι δεν την έχει πάει την πριγκίπισσα μου να δει τον ξάδερφό της.

-Ωραια, έκλεισε. Δώστε με το καλό τις εξεταστικές σας και μετά θα πάτε. Οι παππούδες θα τα φροντίσουν όλα.

Οι μικρές ενθουσιασμένες φιλούσαν και αγκάλιαζαν τους παππούδες τους.

-Θειε μη στεναχωριέσαι, θα κάνουμε βιντεοκλήση με την Ασημίνα και θα τους δούμε όλους. Μόλις έρθουν στο τραπέζι οι γιαγιάδες και οι γονείς μας θα την πάρουμε, μας περιμένει.

-Μπράβο κορίτσι μου, καλά που έχουμε και εσάς.

-Τι γίνεται εδώ; Πάλι συνομωσίες μεταξύ παππούδων και εγγονών. Κανόνισε μπαμπά να της δώσεις πάλι ένα σκασμό λεφτά και να παίρνουν τα μυαλά της αέρα. Μην ξεχνάς ότι η Ελένη πληρώνεται και από το σήριαλ.

-Και αυτό τι σημαίνει; Ότι ο παππούς δε θα δώσει ένα δωράκι στο αστεράκι του; Σιγά που θα σου πάρω και την άδεια για το τι θα κάνω με την εγγονα μου.

-Λοιπόν, ελάτε εδώ να βγάλουμε μια σελφι οι τέσσερις μας, να την ανεβάσω και να πέσει το ινσταγκραμ.

Η Δρόσω κρατούσε το κινητό και η τετράδα πόζαρε χαμογελαστή.

-Τσουπρα μου, ποια είναι αυτή η Σίσσυ;

-Εγώ βρε παππού, δεν είπαμε ότι στην Αθήνα με λένε Σίσσυ. Δε θα συστηνομαι στον κόσμο "Δρόσω".

-Γιατί καμάρι μου; Δρόσω είναι το πιο όμορφο όνομα του κόσμου, το λες και γεμίζει το στόμα σου.

-Το Σίσσυ δε σ'αρέσει βρε παππού;

-Σισσυ και Μισσυ τι χαζά είναι αυτά; Εγώ είχα ασκήσει βέτο στον πατέρα σου, αν κάνεις κόρη θα μπει το όνομα της Δροσουλας μου αλλιώς την Αννετα μου δε στη δίνω.

-Βρε ότι θέλατε τους κάνατε τους μπαμπάδες μας και οι δύο σας και έχετε και παράπονα από πάνω.

-Παππου εμένα πώς και με έβγαλαν Ελένη και όχι Σοφία σαν την άλλη γιαγιά;

-Τα θες και τα ρωτάς; Συγκρίνεται το Ελένη με κανένα άλλο όνομα; Μια ήταν η Ωραία Ελένη μάτια μου, έχεις ακούσει ποτέ να λένε Ωραία Σοφία;

-Αν τολμούσε μάτια μου ο έρμος ο Νέστορας να σε βγάλει Σοφία ο παππούς σου θα τον κυνηγούσε με την καραμπίνα της γιαγιάς σου σε όλο το χωριό. Χωρατα κάνεις;

-Εμείς ούτε μια αγκαλιά δεν έχουμε αδερφή. Μέλι έχουν οι άντρες μας και οι εγγονές μας δεν ξεκολλάνε απ' την αγκαλιά τους.

-Ελα εδώ παραπονιάρα μου να σε φιλήσω και να σε ζουληξω όπως σου πρέπει, είπε η μικρή Δρόσω και χώθηκε στην αγκαλιά της γιαγιάς της.

Από πίσω της η Ελενίτσα τρύπωσε στην αγκαλιά της Λενιώς.

-Και ένα φιλάκι σάντουιτς για τη θεία Ασημίνα, είπαν οι μικρές βλέποντας τη θεία τους παραπονεμένη.

-Για πείτε τώρα, τι γίνεται στην Αθήνα; Βρήκαμε κανένα αγόρι;

-Ρε γιαγιά τι θες τώρα; Να ακούσει ο παππούς και να πάθει κανένα εγκεφαλικό;

-Αστον παιδί μου, έπιασε το τσίπουρο εκεί με τα ξαδέρφια του και δε μας ακούει. Άντε πείτε.

-Λοιπόν, ούτε στις μάνες μας κουβέντα γιατί θα μας πρήζουν, σύμφωνες;

Οι τρείς γιαγιάδες εγνεψαν καταφατικά γεμάτες περιέργεια.

-Εγώ βγαίνω με ένα παλικάρι, από το Γενάρη. Κοντά τρεις μήνες.

-Και προχωρήσατε;

-Αμαν ρε Δρόσω, τι το ρωτάς το παιδί; Κατευθείαν εκεί το μυαλό σου. Ρώτα πρώτα πως τον λένε, πόσων χρονών είναι, από πού είναι;

-Βασίλη τον λένε, σπουδάζει στο οικονομικό και αυτός και είναι από την Αθήνα.

-Και στη δική μου ερώτηση, απάντηση δεν έχει;

-Εντάξει βρε γιαγιά, έγινε και αυτό.

-Μην τυχόν και ρωτήσεις το παιδί τίποτα ακατάλληλο καημένη μου, θα φωνάξω την κόρη σου, την απείλησε η Ελένη βλέποντας τη μικρή κατακόκκινη από ντροπή.

-Δε ρωτάω αφού είστε πουριτανες όλες δε μπορούμε να κάνουμε κουβέντα. Για πες εσύ μικρή; Εσύ βρήκες κανέναν; Εκεί στο σήριαλ είναι όλοι μπουκιά και συχωριο.

-Ειναι, αλλά εγώ δε βρήκα από κει. Μου πέφτουν και κομμάτι μεγάλοι βρε θεία. Εγώ γνώρισα ένα παιδί που σπουδάζει και αυτός στο παιδαγωγικό αλλά στο μεταπτυχιακό. Τον λένε Αλέξη και είναι από το Βόλο.

-Εσυ καλέ τα Χριστούγεννα δε μας έλεγες για έναν Λαμπρό που σου θύμιζε και τον παππού;

-Ε πάει αυτός, δεν έκατσε η φάση και τον σχολασα.

-Πώς μιλάς έτσι παιδί μου; Πες τα απλά να καταλαβαινομαστε.

-Εννοω πως δε μας βγήκε βρε γιαγιά και χωρίσαμε αμέσως. Τώρα είμαι με τον Αλέξη.

-Μάλιστα, σα να λέμε δηλαδή περάσαμε και στον δεύτερο.

-Γιαγια αν είναι να κάνεις σχόλια δε σου λέω τίποτα. Τον παππού λες και ίδια είσαι μου φαίνεται.

-Όχι βρε μάτια μου, δεν το είπα με κακή έννοια. Όσους θέλεις θα δοκιμάσεις μέχρι να διαλέξεις τον καλύτερο για εσένα.

-Ωπα η αδερφή μου, και όταν λες να δοκιμάσει τι εννοείς Λενιώ;

-Παψε Δρόσω, είπε η Ελένη κάνοντας όλες να γελάσουν με την κλασική ατάκα που έγινε πια viral μέσω του σήριαλ.

-Είστε θεές, οι καλύτερες γιαγιάδες του κόσμου.

-Ειμαστε, αλλά θέλω και εσείς να έχετε το νου σας. Να κάνετε ότι θέλετε, να χαρείτε τη ζωή σας, και διασκέδαση, και αγόρια, και ταξίδια, απ'όλα. Θέλω όμως να μου υποσχεθειτε ότι θα έχετε τα μυαλά μέσα στο κεφάλι. Δεν κάνουμε τίποτα χωρίς συναίνεση και χωρίς προφύλαξη. Δεν είναι ένδειξη αγάπης να μας ζητάει ο σύντροφός μας να παρακάμψουμε αυτές τις κόκκινες γραμμές. Και διασκεδάζουμε πάντα με φυσικό τρόπο, λίγο κρασάκι, λίγη μουσική και καλή παρέα αρκούν για να περάσουμε καλά. Δε χρειάζονται ούτε υπερβολές, ούτε ουσίες. Εντάξει αγάπες μου;

-Εντάξει γιαγιά, μείνε ήσυχη.

-Για πες μικρή κανένα κουτσομπολιό από την τηλεόραση; Με την Τερέζα και τον Αλέξανδρο τι γίνεται; Τα χουν;

-Τα έχουν θεία, αλλά δεν ξέρω, παράξενη σχέση. Έχει πολύ πάθος, πολλή ένταση, πολλούς καβγάδες, πολύ έρωτα.

-Ετσι είναι οι μεγάλοι έρωτες μάτια μου.

-Φτάνει οι μεγάλοι έρωτες να μη γίνονται τοξικοί έρωτες θεία. Γιατί φοβάμαι πως η δική τους σχέση αρχίζει να γίνεται τοξική.

-Γιατί το λες αυτό αγάπη μου;

-Μου φαίνονται λίγο ακραίες οι αντιδράσεις τους βρε γιαγιά. Τη μια μέρα σκοτώνονται γίνονται θέαμα και την άλλη μέρα τους ακούει όλο το πλατό να βγάζουν τα μάτια τους.

-Ωπα, γίνονται και τέτοια; Λέγε μωρή με το τσιγγελι στα βγάζω. Ξέρω ξέρω, είπε βλέποντας την αδερφή της να την αγριοκοιταζει, "Πάψε Δρόσω".

-Γινονται θεία, αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι στα κάτω τους πληγώνουν συνειδητά ο ένας τον άλλον και δεν υπολογίζουν τίποτα. Εμένα αυτό με τρομάζει στην περίπτωση τους. Ειδικά η Τερέζα είναι ικανή για το καλύτερο και ταυτόχρονα είναι ικανή και για το χειρότερο.

-Κανονιστε τώρα που θα έρθουν τα παιδιά μην κάνετε κανένα σχόλιο και μας περάσουν για Κατινες, σας έφαγα καημένες μου μικρές και μεγάλες.

-Μην ανησυχείς βρε γιαγιά, τι είμαστε; Χαζές;

Λίγο πριν βγάλουν τα κρέατα στο τραπέζι έφτασαν και η Τερέζα με τον Αλέξανδρο.

-Πανω στην ώρα, θα σας αγαπάνε οι πεθερές σας, είπε η Λενιώ ενώ τους αγκάλιαζε.

-Σιγουρα, σχολίασε γελώντας η Τερέζα.

Έδωσαν στο Λάμπρο το δώρο του και αφού χαιρέτησαν όλη την παρέα κάθισαν στο τραπέζι πλάι στο ζευγάρι. Όλοι τους καλοδέχτηκαν και μέχρι να τελειώσει το γλέντι τους γέμιζαν διαρκώς τα πιάτα και τα ποτήρια. Τα παιδιά ένιωθαν σα στο σπίτι τους. Ο Αλέξανδρος εγκληματιστηκε αμέσως μιλώντας και γελώντας με όλους. Ακόμα και η Τερέζα που ήταν πιο κλειστή έδειξε να απολαμβάνει τη συντροφιά.

-Πιστευω να περάσατε όμορφα μάτια μου, να μη βαρεθηκατε εδώ με μας τους γέρους και χωριάτες.

-Λενιώ τι λες; Μακάρι να ήταν όλοι σαν εσάς, στο είπα και χτες, εμείς σας νιώθουμε σαν οικογένεια.

-Και μεις κορίτσι μου, σχολίασε ο Λάμπρος που απ'τα κρασάκια κελαηδουσε αγκαλιά με τον Αλέξανδρο.

-Ποτε θα μας ξανάρθετε;

-Τωρα είναι σειρά σας. Άνοιξε ο καιρός, να πείτε στο Νέστορα να σας φέρει στην Αθήνα.

-Μην τολμήσεις να κάνεις σχόλιο, είπε η Λενιώ βλέποντας τον άντρα της έτοιμο να σχολιάσει.

-Δεν είπα τίποτα καρδιά μου, αλλά αν θέλω να πάω με τη γυναίκα μου ταξίδι στην Αθήνα δεν έχω ανάγκη κανέναν, θα καπαρωσω μια κούρσα και θα τη φέρω.

-Ετσι σε θέλω, του είπε ο Αλέξανδρος που δεν τον άφηνε από την αγκαλιά του.

........

Γύρισαν στο ξενοδοχείο τους σκασμενοι από φαγητό και αγάπη που έλαβαν απλόχερα από τους νέους τους φίλους.

-Περασες όμορφα μωρό μου;

-Πέρασα τέλεια. Πώς θα γυρίσουμε αύριο στην Αθήνα, μου λες;

-Μμμμ δεν ξέρω πως θα γυρίσουμε αύριο αλλά έχω πολλές ιδέες για το πώς θα περάσουμε την τελευταία μας νύχτα στον παράδεισο.

-Για πες, του είπε πονηρά ενώ τύλιγε τα χέρια της γύρω από το λαιμό του. Τι έχεις στο μυαλό σου κύριε Διαμαντοπουλε;

-Λεω για αρχή να γεμίσουμε το τζακουζι με ζεστό νεράκι και εκείνο το αφρολουτρο βανίλια που μυρίζει τέλεια, να βάλουμε λίγη μουσικουλα και ένα κρασάκι και να βουλιάξουμε. Τι λες;

-Λεω ότι ακούγεται τέλειο, είπε ενώ ξεδενε τη ζώνη του και άνοιγε ένα ένα τα κουμπιά του παντελονιού του.

Σε λίγα λεπτά ήταν μέσα στη μεγάλη μπανιέρα με πολλά αναμμένα κεριά τριγύρω αντί για φως, δύο ποτήρια παγωμένο λευκό κρασί και απαλή μουσική. Κάθισαν απέναντι ο ένας από τον άλλον με τα πόδια τους να μπλέκονται κάτω από το ζεστό νερό. Το στήθος της που αχνοφαινονταν μέσα από τις σαπουναδες άρχισε να τον ερεθίζει. Έφερε τα πόδια της πάνω στα δικά του και της έκανε απαλό μασάζ στις πατούσες.

Αγγίζοντας κατά λάθος με το πόδι της τον ανδρισμό του ένιωσε τον ερεθισμό που του προκάλεσε. Γελώντας πονηρά έφερε τα πόδια της στο σημείο και έπαιξε μαζί του. Σύντομα, παραδόθηκε στα χάδια της , έγειρε την πλάτη του πίσω, έκλεισε τα μάτια  και έβγαζε μικρά επιφωνήματα απόλαυσης. Ήξερε καλά πως να τον περιποιηθεί και να τον παραλύσει.

Όταν τον έφτασε ένα βήμα πριν την κορύφωση, σύρθηκε μέσα στο νερό και σκαρφάλωσε επάνω του. Κρατώντας το πρόσωπο του μέσα στα χέρια της και απαιτώντας το βλέμμα του καρφώθηκε με δύναμη επάνω του. Λύγισε τα πόδια του και την τράβηξε με ορμή κοντά του. Κρατώντας τη σφιχτά από τους γλουτούς την ανεβοκατεβαζε επάνω του με έντονες κινήσεις.

Τυλιγμένη επάνω του δεν ξεκολλούσε τα χείλη της από τα δικά του. Άφηνε για λίγα δευτερόλεπτα τη γεύση των χειλιών της για να δαγκώσει λαίμαργα το στήθος της και ξαναγύριζε πάλι πίσω. Αυτή η εναλλαγή σε συνδυασμό με τις έντονες διεισδύσεις του στο κορμί της, την είχαν τρελάνει. Μουγκριζε δυνατά χαμένη στον κόσμο της ηδονής.

Κάθε φορά που την ένιωθε να πλησιάζει στην κορύφωση την τραβούσε από πάνω του για να  καθυστερήσει την ολοκλήρωση τους. Νιαουριζε παραπονιαρικα μέχρι να τον νιώσει ξανά να εμβολιζει το σώμα της. Αφού η επαφή τους ξεπέρασε κάθε αναμενόμενο χρονικό όριο και η Τερέζα έφτασε στα όρια της λιποθυμίας από το πάθος και την ένταση, της χάρισε μια έντονη δυνατή ολοκλήρωση κρατώντας τη δυνατά στην αγκαλιά του και δαγκώνοντας τα χείλη της.

-Νομιζω ότι δε μπορώ να περπατήσω ούτε μέχρι το κρεβάτι, του είπε γελώντας μόλις ξέπλυναν τα σώματά τους.

-Και εγώ γιατί είμαι εδώ; τη ρώτησε παιχνιδιάρικα σηκώνοντας τη στα χέρια.

Την ακούμπησε απαλά στο κρεβάτι χαρίζοντας της ένα απολαυστικό μασάζ με τα αιθέρια έλαια που είχε φρόντισε το ξενοδοχείο να υπάρχουν στο κομοδίνο τους. Τεντωνε το κορμί της για να απολαύσει τα χάδια του στο μέγιστο βαθμό.

Βλέποντας την ολόγυμνη,με το κορμί της να γυαλίζει από τα έλαια, με τα μάτια κλειστά και βαριές κοφτές ανάσες ανακατεμένες με κραυγές ηδονής να βγαίνουν από τα χείλη της ένιωσε ξανά έτοιμος να την κάνει δική του.

-Τερέζα, θέλω να..

-Και γω, του ψελισσε πριν καν ακούσει τη φράση του, ξέροντας τι θα της ζητούσε. Γνώριζαν πια καλά ο ένας τις ανάγκες και τις επιθυμίες του άλλου στο ερωτικό κομμάτι και ήταν πρόθυμοι να τις ικανοποιήσουν.

Γύρισε το σώμα της μπρούμυτα και την έκανε ξανά δική του, αλλιώς. Πάντα με σεβασμό και τρυφερότητα αλλά και με ένα πάθος άσβεστο που δε γνώριζε ποτέ κορεσμό.

..........

Γύρισαν στην Αθήνα ξεκούραστοι και ευτυχισμένοι. Η σχέση τους φαίνεται να είχε αποκατασταθεί και τα προβλήματα να ανήκουν πια στο παρελθόν. Η επιστροφή στη δουλειά έγινε απρόθυμα μιας που κανείς τους δεν ήθελε να αφήσει την αγκαλιά του άλλου και τη θαλπωρή του σπιτιού τους.

Ο Μάϊος μπήκε με άγριες διαθέσεις, ζεστός σαν Ιούλιος, κάνοντας τα πολύωρα γυρίσματα βασανιστικά. Το ζευγάρι βρήκε λύση στο πρόβλημα πηγαίνοντας μετά τη δουλειά σε κοντινές παραλίες για μπάνιο, χαλάρωση και φαγητό σε γραφικά ταβερνάκια πλάι στο κύμα. Προσπαθούσαν να είναι όσο πιο διακριτικοι γίνεται αποφεύγοντας τις πολυσύχναστες παραλίες, προτιμώντας συχνά το δικό τους μυστικό παράδεισο στο Σούνιο.

Τα κουτσομπολιά από συναδέλφους αλλά και τυχαίους ανθρώπους που τους πετύχαιναν σε διάφορα μέρη σε τρυφερά ενσταντανε, είχαν αρχίσει να ακούγονται σε πηγαδάκια και αποσπασματικά και στο ίντερνετ. Ευτυχώς η Τερέζα έδειχνε να τα διαχειρίζεται με ψυχραιμία και χωρίς πανικό. Βοηθούσε πολύ και το γεγονός ότι είχε ολοκληρωθεί η συνεργασία με το Μάξιμο, οπότε δεν είχε αφορμή για να της δημιουργεί προβλήματα.

.........

Πίσω στο Θεσσαλικό κάμπο που έβραζε από τις υψηλές θερμοκρασίες, ο Λάμπρος με αφορμή την ονομαστική γιορτή της γυναίκας του, πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει μια απόδραση μόνο για τους δυο τους. Επικοινώνησε με έναν πράκτορα από τη Λάρισα και κανόνισε ένα πενθήμερο χαλάρωσης στα ιαματικά Λουτρά της Αιδηψού. Θα ήταν η έκπληξη του για την αγαπημένη του.

Εκτός από το ταξίδι, κανόνισε και ένα ωραίο γεύμα στο καινούριο εστιατόριο που άνοιξε στο διπλανό χωριό. Ήθελε αυτή τη χρονιά η γυναίκα του να είναι ξεκούραστη τη μέρα της γιορτής της και όχι κλεισμένη στην κουζίνα ως συνήθως. Έκλεισε ένα μεγάλο τραπέζι για όλη την οικογένεια για να γιορτάσει τις δύο Ελένες της ζωής του.

Η Λενιώ, μαθημενη πάντα να μαγειρεύει και να περιποιείται η ίδια τους καλεσμένους της, στην αρχή αντέδρασε, αλλά τελικά δέχτηκε την πρωτοβουλία του με χαρά. Τη μέρα της γιορτής της βρήκε στο σαλόνι ένα μεγάλο κουτί, δώρο της Ελπιδας, που είχε μέσα ένα καινούριο φόρεμα από αυτά που της αρέσουν σε ένα γλυκό μελι χρώμα, ίδιο με τα μάτια της.

Πλάι υπήρχε μια κάρτα από την Ελενίτσα που κανόνισε να πάνε μαζί με τη γιαγιά της για περιποίηση προσώπου, νύχια και κομμωτήριο στη Λάρισα. Όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα για τη Λενιώ. Συγκινήθηκε πολύ με το μικρό της κοριτσάκι που μεγάλωσε πια και έκανε δώρο στη γιαγιά της με τα δικά της λεφτά.

Γιαγιά και εγγονή κατέβηκαν στη Λάρισα με οδηγό τη μικρή, περιποιήθηκαν τον εαυτό τους, η Ελένη πήρε στη μικρή τα δώρα από τον παππού και τη γιαγιά, ήπιαν το καφεδάκι τους σε ένα ωραίο μαγαζί στην Ταχυδρομείου και αργά το μεσημεράκι γύρισαν στο χωριό. Ο Λάμπρος τις περίμενε στην αυλή γεμάτος αγωνία.

-Αντε βρε Λενιώ μου, πού είστε τόσες ώρες; Ανησύχησα.

-Εσυ δε λες ότι σου γκρινιάζω και σε τρελαινω, ε είπα και γω να σε αφήσω στην ησυχία σου μισή μέρα, του απάντησε γελώντας.

-Ο παππουκας μου είναι αιώνια ερωτευμένος, δε μπορεί χωρίς το Λενιώ του ούτε λεπτό. Θα με συγχωρέσεις που σου την έκλεψα;

-Σε συγχωρώ λουλούδι μου, αλλά την επόμενη φορά θα με πάρετε και εμένα βόλτα στη Λάρισα. Ένα καφεδάκι εγώ δεν το δικαιούμαι;

-Ολα τα δικαιουσαι, όταν γυρίσετε θα σας πάω, μόλις κατάλαβε ότι της ξέφυγε η έκπληξη, δαγκωθηκε.

-Από που να γυρίσουμε μάτια μου;

-Μολις γυρίσω εγώ, εννοούσα γιαγιά, από την Αθήνα. Μπερδεύτηκα.

-Ιδια η γιαγιά σου είσαι στις δικαιολογίες και τις μαλαγανιες, της ψιθύρισε πονηρά ο Λάμπρος καμαρώνοντας για την ευστροφία της εγγονας του.

.........

Η Λενιώ φόρεσε το φόρεμα της κόρης της και τις καλές της γόβες και στάθηκε για λίγο μπροστά στον καθρέφτη της ντουλάπας να χαζεψει το είδωλο της. Άγγιξε τα βαμμένα νύχια που της φαίνονταν παράξενα και παράταιρα επάνω της. "Τελικά δεν είναι και τόσο άσχημα σκέφτηκε" και γέλασε με τον εαυτό της.

Παρατήρησε το πρόσωπο της. Ο χρόνος είχε αφήσει επάνω του τα αμείλικτα σημάδια του. Βαθειές ρυτίδες γύρω από τα μάτια μαρτυρούσαν τα ογδόντα της χρόνια. Τις χάιδεψε απαλά. Είχε συμφιλιωθεί με το χρόνο. Κάθε μικρή γραμμουλα ήταν για αυτήν μια εμπειρία, ένας χρόνος πλάι στον άντρα της ζωής της και την οικογένειά της.

Και το σώμα της είχε αλλάξει, αν και δεν είχε πάρει πολλά κιλά, τα γλυκά που λαχταρούσε είχαν αφήσει τα ίχνη τους πάνω στο άλλοτε ψιλολιγνο κορμί της. "εδώ κρύβονται οι μερεντες και τα γλυκά του κουταλιού" ψιθύρισε γελώντας, αγγίζοντας την περιφέρεια της.

Αφηρημένη στις σκέψεις της δεν αντιλήφθηκε το Λάμπρου που στέκονταν στην πόρτα και τη χαζευε. Τον κατάλαβε όταν τον είδε πίσω της στον καθρέφτη, να γελάει με το μονόλογο της και να περναει γλυκά τα χέρια του γύρω από τη μέση της.

-Εγώ τις αγαπώ πολύ αυτές τις μερεντουλες εδώ στο πλάι, της είπε σιγανά αγγίζοντας την περιφέρεια της.

-Καποτε με έκλεινες στην αγκαλιά σου με ένα χέρι, τώρα θες και τα δύο, τον πείραξε.

-Καποτε μάτια μου σε σήκωνα στην αγκαλιά μου και σε γυρνούσα μέσα στην καμαρη, τώρα αν το κάνω θα χρειαστεί να καλέσεις το ΕΚΑΒ.

-Και αυτές τις ρυτίδες; Τις αγαπάς και αυτές;

-Πολύ, γιατί κάνουν παρέα με τις δικές μου, και καθεμία από αυτές είναι ξεχωριστή γιατί είναι ένας χρόνος στην αγκαλιά μου, ένας χρόνος στο πλευρό σου.

-Σου έχω πει πόσο πολύ σε αγαπάω;

-Όχι αρκετές φορές σήμερα, μόνο μια το πρωί, της είπε παραπονιαρικα.

-Μεγάλο λάθος μου. Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ. Σ' αγαπώ μέχρι τα αστέρια και πίσω..

-Και γω, και γω, και γω. Να σκορπίσω μπορώ στο σύμπαν για να σε βρω..

Έβγαλε από την τσέπη του ένα εκλεπτυσμένο, μαργαριταρένιο κολιέ και της το φόρεσε απαλά στο λαιμό, αφήνοντας μερικά ζεστά φιλιά στο λευκό δέρμα της.

-Αγαπη μου, είναι πανέμορφο. Δεν έπρεπε να ξοδέψεις πάλι μια περιουσία για μένα, μου έχεις πάρει τόσα..

-Οτι και να σου πάρω είναι λίγο μπροστά σ' αυτό που είσαι εσύ για μένα. Κανένα δώρο δε μπορεί να φτάσει την αγάπη και την ευγνωμοσύνη που νιώθω όταν σε έχω στα χέρια μου.

Είδε τα μάτια του να βουρκωνουν από συγκίνηση, όπως και τα δικά της. Γύρισε στην αγκαλιά του και άγγιξε τρυφερά τα χείλη του με τα δικά της. Τα φιλιά τους δεν είχαν πια το πάθος και την ένταση της νεότητας τους, κρατούσαν όμως μέσα τους όλες τις αναμνήσεις και τον ανεπανάληπτο έρωτα του ενός για τον άλλον.

Έμειναν λίγα λεπτά σε αυτή την τρυφερή αγκαλιά σα να χάθηκαν από τον κόσμο, σα να υπήρχαν μόνο οι δύο τους πάνω στη γη. Τους διέκοψε το κορναρισμα της Ελενίτσας που περίμενε από κάτω για να τους πάρει.

-Καλως τα πιτσουνακια μου, είπε παιχνιδιάρικα βλέποντας τους να κατεβαίνουν τα σκαλιά πιασμένοι χέρι χέρι σαν έφηβοι.

-Παππου, λάμπεις σήμερα, γιορτάζει το Λενιώ σου και γελάνε και τα μουστάκια σου.

-Σημερα μάτια μου, γιορτάζει όλος μου ο κόσμος. Οι δύο από τους τρεις παντοτινους έρωτες της ζωής μου. Τελικά, έπρεπε να χα βγάλει και τη μάνα σου , Ελένη, και να σας γιορτάζω και τις τρεις την ίδια μέρα.

-Απαπαπα, γέμισε το αμάξι σιρόπια, σχολίασε η μικρή γελώντας και πειράζοντας τη γιαγιά της που κοκκινιζε σα μικρό κοριτσάκι.

.........

Το δείπνο της οικογένειας πήγε περίφημα. Οι παππούδες όσο μεγάλωναν έψαχναν αφορμή για τέτοια γλεντακια και το απολάμβαναν πολύ. Ανανέωσαν το ραντεβού τους για λίγες μέρες μετά που θα γιόρταζαν ετεροχρονισμένα και τον Κωνσταντή.

Όταν γύρισαν στο σπίτι, μπαίνοντας στην καμαρη της για να αλλάξει, βρήκε πάνω στο κομοδίνο της ένα φάκελο και ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο. Μέσα βρήκε όλες τις πληροφορίες για το επικείμενο ταξίδι τους.

-Λάμπρο μου, δεν έπρεπε καρδιά μου, τόσα δώρα για μένα..

-Τοσα και άλλα τόσα. Ξέρω πως δε διάλεξα και το πιο ρομαντικό μέρος στον κόσμο για να σε πάω, ψυχή μου, αλλά σκέφτηκα πως εκεί θα ξεκουραστείς, θα σου κάνει καλό και στους πόνους που σε βασανίζουν στη μέση. Αλλά δε θα σε κλείσω μέσα, λες και είμαστε τίποτα γέροι, όλη την υπόλοιπη μέρα θα την περνάμε στα ταβερνάκια πλάι στη θάλασσα και σε βόλτες εκεί που σκάει το κύμα, όπως παλιά.

-Είσαι θησαυρός, το ξέρεις; Είσαι όμως και πονηρός. Πώς τα κανονισες όλα αυτά και εγώ δεν πήρα χαμπάρι;

-Πηγε να με καρφώσει η εγγονή σου το πρωί, που της ξέφυγε, αλλά ευτυχώς έχει πάρει απ'τη γιαγιά της την πονηριά και το έσωσε αμέσως.

-Μμμμ, έχει πάρει από μένα την πονηριά , αλλά παρ' όλα αυτά μ' αγαπάς Σεβαστε.

-Σ' αγαπώ από την πρώτη μου ανάσα σ' αυτόν τον κόσμο και θα σε αγαπώ μέχρι την τελευταία μου.

-Η οποία θα αργήσει πολύ πολύ, ναι;

-Ναι, μάτια μου.

Πλαγιασαν αγκαλιασμενοι στο κρεβάτι τους, όπως πάντα, κοιμήθηκαν μαζί αφήνοντας τα όνειρα τους να μπερδευτουν γλυκά..

Continue Reading

You'll Also Like

22.1K 806 40
Η ζωή μας αποτελείται από επιλογές. Σταυροδρόμια δίχως ταμπέλες που σου φωνάζουν "Διάλεξε". Μονοπάτια με προορισμό άγνωστο... Ένα κιόσκι σε περιμένε...
6.9K 561 21
Σε ένα παράλληλο σύμπαν από αυτό της σειράς "Η Μάγισσα", ο Αντρέι και η Θεοφανώ πρέπει να βρουν μια λύση για να σώσουν τις οικογένειές τους πριν να...
935K 70.5K 56
-Ρε γαμωτο ακουσε με ... -Δεν εχω να ακουσω τιποτα! ..ειπες ή δεν ειπες ψεματα; -Ειπα αλλα δεν το ειπα για κακο.. -Μπορεις να φυγεις μακρυα μου ;.. ...
8.6K 329 15
Τα αγκάθια του μίσους τούς κρατούσαν μακριά. Ένας γάμος από συμφωνία, όμως, τους έφερε κοντά. Μαζί έμαθαν να αγαπούν και να αγαπιούνται. Μαζί έμαθαν...