Chapter 3

119 20 25
                                    

“Αμαν, ρε Αθήνα. Που είσαι τόση ώρα;” Την ρωτάει η Μαρίνα, η οποία την περίμενε ανυπόμονη στην είσοδο του γραφείου της.

“Συγγνώμη, ρε Μαρίνα, αλλά έπρεπε να πάω σπίτι μου και να ετοιμαστώ. Γι'αυτό, καθυστέρησα.” Απολογήθηκε, καθώς έβγαλε το παλτό της και έκατσε στην καρέκλα απέναντι από το γραφείο της Μαρίνας.

"Γιατί; Ξενοκοιμηθήκες; Με άντρα ήσουνα;"

“Όχι, ρε. Με τον ηλίθιο ήμουν.”

“Φαντάζομαι, οπου ηλίθιος, εννοούμε Φίλιππος.”

“Σωστά φαντάζεσαι.”

“Για να καταλάβω, δηλαδή, ο Φίλιππος δεν είναι άντρας;” Γελάει η φίλη της, αλλά η Αθηνά διατηρεί ένα σοβαρό ύφος.

“Όχι, αγάπη μου. Ο Φίλιππος είναι σπάνιο είδος. Υπό εξαφάνιση.”

“Βέβαια, ο Φίλιππός μας είναι ένας και μοναδικός.”

“Αυτόν έκανε ο Θεός και μετά έσπασε το καλούπι.”

“Είναι καλός φίλος. Γενναιόδωρος.”

“Ναι, ναι.” Συμφωνεί και η Αθηνά, περιέργως χωρίς ίχνος ειρωνείας.

“Και, πάνω από όλα. κούκλος.” Πρόσθεσε η Μαρίνα με μία πονηρή έκφραση, που αμέσως υποψίασε την Αθηνά, για το τι έπεται, κάτι που την ανησύχησε ιδιαιτέρως.

“Μην ξεράσω. Δεν μ'αρέσει που πάει η κουβέντα, δεν μ’αρέσει.“ Ψιθύρισε πιο πολύ στον εαυτό της το τελευταίο.

“Γιατί αντιδράς έτσι. ρε Αθηνά; Τόσα χρόνια δίπλα ο ένας από τον άλλον είστε και κυρίως αγαπιέστε. Λίγα είναι όλα αυτά;”

“Μαρινάκι, μην αρχίζεις πάλι. Με τον Φίλιππο, είμαστε φίλοι. Μόνο. Και ναι αγαπιόμαστε.”

“Σαν ερωτευμένοι;” Την ρώτησε γεμάτη ελπίδες η Μαρίνα.

“Σαν αδερφάκια, Μαρίνα μου. Λοιπόν, αυτά ήθελες να μου πεις; Γιατί εάν δεν έχεις κάτι άλλο να μου πεις, καλύτερα να φύγω.” Είπε και έκανε να φύγει, αλλά την σταμάτησε η Μαρίνα.

"Όχι, κάτσε. Έχω να σου πω κάτι σοβαρό." Της είπε και η Αθηνά επέστρεψε και στάθηκε απέναντι από την Μαρίνα, περιμένοντας να ακούσει.

"Ε, πες το, ντε."

"Δεν μου είναι εύκολο, αλλά να... νομίζω ότι ο Σέργιος  έχει βρει άλλη."

"Τι;" Τσιρίζει υστερικά η Αθηνά, αλλά μόλις κατάλαβε ότι οι άνθρωποι γύρω της την κοιτούσαν σαν να είναι τρελή, σταμάτησε.

Little Do You KnowOnde histórias criam vida. Descubra agora