Ξεχασμένη ανάμνηση

Start from the beginning
                                    

Αρχίζω να βήχω και να κλαίω χωρίς λόγο και τότε μπαίνει μέσα η μαμά μου και με αγκαλιάζει γρήγορα οι σφυγμοί μου κατεβαίνουν και τα μάτια μου ξανά θολώνουν, νιώθω τόσο κουρασμένη.. Θέλω να κοιμηθώ

- Θα έρθω για σε να πριγκίπισσα !

Στο άκουσμα αυτών των λέξεων πετάγομαι πάνω σαν ελατήριο. Αυτή την φορά δεν είναι κανείς στο δωμάτιο σηκώνομαι από το κρεβάτι και κατεβαίνω αθόρυβα τις σκάλες μέχρι το σαλόνι, οπού εκεί πιάνει το αφτί μου μία περίεργη συζήτηση.

- Δεν θέλω να μου την πάρουν. Η φήμη της μαμάς μου

- Γλυκιά μου το ξερά με όλοι μας πως θα έρχονταν αυτή η μέρα. Της λέει ο μπαμπάς μου..

- κουράγιο.. Για όλους μας θα είναι δύσκολο Αλλά αργά η γρήγορα πρέπει να της το πούμε.

- Τι να μου πείτε? Λέω κάνοντας απότομη εμφάνιση

- αγάπη μου γιατί σηκώθηκες είσαι ακόμα πολύ αδύναμη. Είπε η μαμά μου

- Δεν χρειάζεται να ανησυχείς καλά είμαι μαμά, σε αντίθεση με εσάς. Είπα κάπως ειρωνικά και τους κοίταξα κατάματα ψάχνοντας για απαντήσεις.

Οι τρεις τους κοιτάχτηκαν για μια στιγμή σαν να έψαχναν το εξιλαστήριο θύμα που θα έβγαζε το φίδι από την τρύπα. Τελικά ο τυχερός ήταν ο μπαμπάς μου.

- Ρεντ γλυκιά μου πολύ φοβάμαι πως σύντομα θα πρέπει να φύγεις από κοντά μας ..

- Να φύγω? Και να πάω που ?

- Δεν το γνωρίζουμε αυτο, ( κάνει μια σύντομη παύση) εκείνος που θα έρθει να σε πάρει θα σου πει.

- Ποιος?

- Ο πρωταγωνιστής των ονείρων σου γλυκιά μου. Απάντησέ στην ερώτηση μου η γιαγιά μου

- Τι είναι αυτά που λέτε? Αυτός ο άνθρωπός δεν υπάρχει είναι βαμπίρ, βρικόλακας, ένα κύμα φαντασίας τίποτα άλλο.

Τώρα η μαμά μου ξανά ξεκίνησε να κλαίει και ο μπαμπάς μου την πήρε αγκαλιά.

- Λυπάμαι γλυκιά μου, μακάρι να μπορούσα να σου πω πως τίποτα κακό δεν υπάρχει , πως κάνεις δεν θα σε πειράξει όμως όλα είναι όλα αληθινά! Είπε μέσα στους λυγμούς της η μαμά μου

- Μου κάνετε πλάκα έτσι? καλό το αστείο κόντεψα να το πιστέψω γιαγιά εσύ το σκέφτηκες? Είπα προσπαθώντας να καταπνίξω τον πανικό μου ενώ καυτά δάκρια άρχισαν να τρέχουν στα μαγούλα μου.

Δεν βγάζει νόημα ! Τίποτα πως γιατί !?? Μαμά μπαμπά !! Μην με αφήσετε να με πάρουν άρχισα να παρακαλώ ενώ τα πόδια μου από τρέμουλο με έριξαν κάτω. Η μαμά μου έτρεξε και με αγκάλιασε σφιχτά φωνάζοντας στον μπαμπά μου

- όλο και κάτι μπορούμε να κάνουμε. Δεν θα αφήσουμε να μας την πάρουνε!!

( τρίτο πρόσωπο αφήγησης)

Όλη η οικογένεια ετοιμάζονταν σαν θα κατέβαιναν σε μάχη είχαν ασφαλίσει όλα τα παράθυρα είχαν πάρει κάτι κυνηγετικά όπλα που είχε ο παππούς της Ρεντ όσο ζούσε για το κυνήγι και ότι άλλο πίστεψαν ότι θα μπορούσε να χρησιμεύσει σαν όπλο.. Πίστευαν πως αν αυτήν την νύχτα με το γεμάτο φεγγάρι μπορούσαν να αποτρέψουν την άπραγή της την επόμενη μέρα θα μπορούσαν να έφευγαν όλοι μακριά από αυτό το μέρος και οποίο άλλο μέρος χρειάζονταν, προκειμένου να ήταν ασφαλής η Ρεντ.

Μα αλήθεια τι μπορεί πραγματικά να βλάψει ένα βρικόλακα η να τον κρατήσει μακριά. Ένα πλάσμα που γεννήθηκε από μια ευχή, εάν πλάσμα με δυνάμεις τρομακτικές, αθάνατο και ανέγγιχτο από τον ίδιο τον χρόνο?

Το κόκκινο ροδο του χειμώναWhere stories live. Discover now