«Πες μου τώρα τι έχεις»

«Τίποτα»

«Θέλεις να μου πεις ότι αυτή είναι η φυσιολογική σου συμπεριφορά όταν βρίσκεσαι σε πάρτι;»

«Εντάξει μπορεί και να μην είναι αλλά νομίζω ότι έχω ένα πρόβλημα»

«Τι πρόβλημα;» ρώτησε εκείνος ανήσυχος «Πονάς πουθενά;»

«Όχι τέτοιο βρε βλάκα»

«Τότε;»

«Άσ' το, δεν θέλω να σου πω»

«Ισμήνη λέγε»

«Ζηλεύω»

«Τι ζηλεύεις;» ρώτησε έκπληκτος

Τον τράβηξα από το χέρι αφού δεν μπορούσα να πω δυνατά αυτά τα λόγια και βρεθήκαμε στο σαλόνι. Τον γύρισα ώστε να είναι απέναντι από τον Άρη και την Νάντια. Εκείνη τον είχε στριμώξει πάνω στον τοίχο και του μιλούσε σε πολύ κοντινή απόσταση.

«Πλάκα μου κάνεις τώρα» ακούστηκε η φωνή του Τέλη

«Όχι, δεν σου κάνω πλάκα» γύρισα και τον κοίταξα

Το βλέμμα του ήταν στραμμένο σε λάθος κατεύθυνση. Το ακολούθησα και συνειδητοποίησα γιατί είχε γουρλώσει τα μάτια του. Η Θάλεια χόρευε με τον Κίμωνα. Πολύ κοντά. Χαμογέλασα. Κάτι καλό βγήκε από την αποψινή βραδιά.

Απορροφημένη από αυτούς αισθάνθηκα ένα χέρι στην μέση μου. Ήξερα ότι ήταν εκείνος.

«Χρειαζόμαστε σφηνάκια» είπε ο Τέλης και εξαφανίστηκε για μερικά λεπτά. Εγώ από την άλλη ήπια μια, δύο, τρεις γενναίες γουλιές από το ποτό που κρατούσα στο χέρι μου και έπειτα γύρισα να αντικρίσω τον Άρη. Νομίζω ότι ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα την καρδιά μου να χτυπάει σε τόσο ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Όχι πάλι, σκέφτηκα. Συγκρατήσου.

«Έλα να χορέψουμε» μου είπε και πήρε από τα χέρια μου το μισοάδειο ποτήρι μου κρατούσα

«Δεν θέλω, πήγαινε να χορέψεις με την Νάντια» ψέματα. Ήθελα σαν τρελή να χορέψω μαζί του. Από την στιγμή που με ακούμπησε το ένιωθα ότι δεν υπήρχε τίποτα άλλο μέσα σε εκείνο το σαλόνι εκτός από εκείνον. Τα μάτια του, τα χείλη του, το χαμόγελο του. Η φωνή του τόσο βραχνή όσο να με αναστατώνει ακουγόταν μετά βίας μέσα στον θόρυβο από τις συνομιλίες και την μουσική. Το κατάλαβε. Έσκυψε και τα χείλη του σχεδόν ακούμπησαν το αυτί μου. Ένιωθα την ανάσα του καυτή πάνω στο δέρμα μου.

«Ζηλεύεις;» με ρώτησε και μπόρεσα να διακρίνω ένα γελάκι

Γύρισα πλάτη σε αυτόν ώστε να μην δει το πρόσωπο μου. Ένιωθα όλο το αίμα να έχει σταματήσει στα μάγουλα μου. Εκείνος φυσικά βρήκε την ευκαιρία να κολλήσει ακόμη περισσότερο πάνω μου. Μόνο τα ρούχα μας βρισκόντουσαν ανάμεσα μας. Και τότε ξαφνικά ένιωσα τα χείλη του στο λαιμό μου. Εκείνη την στιγμή ήξερα ότι μπορούσα να κάνω δύο πράγματα. Να μείνω εκεί, ακριβώς έτσι όπως ήμουν και να απολαύσω ότι εκείνος μπορούσε να μου προσφέρει. Μια νύχτα στην αγκαλιά του και αύριο όλα θα ήταν όπως πριν. Τίποτα δεν θα είχε αλλάξει για εκείνον. Για εμένα πάλι δεν ήμουν και τόσο σίγουρη. Έτσι επέλεξα το δεύτερο. Έφυγα. Πέρασα όσο πιο γρήγορα μπορούσα από τον διάδρομο αποφεύγοντας τα άτομα που εμφανίζονταν μπροστά μου και μπήκα μέσα στο μπάνιο. Κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Ήμουν ένα μαύρο χάλι. Δάγκωσα το κάτω χείλος μου σκεφτόμενη τον ''χορό'' μας. Ήθελα σαν τρελή να γυρίσω εκεί μέσα μόνο που δεν έπρεπε. Θα ήταν σαν να επιζητούσα μόνη μου να καταστραφώ γιατί πλέον ήξερα ότι ήταν πολύ επικίνδυνος. Ήξερα ότι είχα αρχίσει να την πατάω άσχημα μαζί του.

Μπλεγμένες ΖωέςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα