"Ό,τι συνέβη συνέβη." Απάντησε ελπίζοντας ότι οι επιλογές της δεν θα την απογοήτευαν.

"Αν ήταν εδώ ο Στέλιος, θα σου-" Ξεκίνησε να την μαλώνει.

"Δεν τους βλέπω πουθενά." Το κορίτσι που έσωσαν νωρίτερα οι δυο φίλες διέκοψε τον Αρτέμη και στάθηκε μπροστά στην Λουΐζα με τα μάτια της να πλημμυρίζουν με δάκρυα. "Λέτε να... Να..."

Ο Αρτέμης την κοίταξε έντονα κι έπειτα, εγκατέλειψε την προσπάθειά του να ολοκληρώσει την φράση του. Ούτως ή άλλως η Λουΐζα ήταν καλά. Δεν υπήρχε λόγος να την επιπλήξει. Τουλάχιστον όχι ακόμα.

Έκανε, λοιπόν, ένα βήμα πίσω και άφησε τις δυο γυναίκες να συζητήσουν μοναχές τους.

"Σσσς..." Η Λουΐζα σκούπισε ένα δάκρυ που ξέφυγε. "Θα τους βρούμε."

Το κορίτσι κοίταξε την Λουΐζα έντονα.

"Ευχαριστώ για όλα όσα κάνατε για εμένα. Δεν ξέρω πώς μπορώ να σας το ξεπληρώσω."

"Το να μάθουμε το όνομά σου είναι αρκετό." Πήρε τον λόγο η Έλλη.

"Υακίνθη. Ονομάζομαι Υακίνθη Παντέλογλου." Απάντησε η κοπέλα με ένα διστακτικό χαμόγελο στα χείλη της.

"Χάρηκα για την γνωριμία, Υακίνθη." Χαμογέλασε η Έλλη. "Εγώ είμαι η Ελισάβετ Χέιστινγκς, αλλά μπορείς να με φωνάζεις Έλλη, κι από εδώ η Λουΐζα Χατζημιχαήλ."

"Χάρηκα για την γνωριμία, Υακίνθη. Μακάρι να γινόταν υπό διαφορετικές συνθήκες."

"Κι εγώ το ίδιο." Το χαμόγελο της Υακίνθης χάθηκε από το πρόσωπό της.

Μία ακόμη έκρηξη ακούστηκε, ακολουθούμενη από πυκνούς πυροβολισμούς και ουρλιαχτά. Η Λουΐζα ανατρίχιασε καθώς το θέαμα που ακολούθησε ήταν εκτός από τρομερό, τουλάχιστον τραγικό. Πλήθος ανθρώπων ξεπρόβαλλε από τα στενά και συγκρότησε έναν μεγάλο όχλο καθοδηγούμενο από τον τρόμο και την απελπισία.

"Ellie!" Η φωνή του Δούκα ξεχώρισε. Η Λουΐζα γύρισε να τον κοιτάξει και συνειδητοποίησε ότι αυτό που θα συνέβαινε εν συνεχεία δεν θα της άρεσε καθόλου. "We need to get aboard. Now!" (=Πρέπει να επιβιβαστούμε στο πλοίο. Τώρα!) Η Λουΐζα κοίταξε την Έλλη περιμένοντας εξηγήσεις, αλλά το βλέμμα που της έδωσε η Έλλη, προϊδέασε την κοπέλα περί τίνος πρόκειται.

"Δεν φεύγω χωρίς τον Στέλιο." Η Λουΐζα έστρεψε την προσοχή της προς τον όχλο προσπαθώντας απελπισμένα να εντοπίσει τον Στέλιο. Το πλοίο αναχωρούσε κι εκείνος ήταν ακόμα άφαντος. Η Λουΐζα δεν άντεχε ούτε στην σκέψη να τον εγκαταλείψει στην μοίρα του. "Αρτέμη, σε παρακαλώ συνόδεψε την Υακίνθη στο πλοίο." Είπε η Έλλη και ο Αρτέμης έγνεψε.

Κάποτε το 1919: Στην Σμύρνη (Κάποτε στο Ναύπλιο, Βιβλίο 2)Where stories live. Discover now