Εφιάλτες και Εξηγήσεις

8 1 0
                                    

Ταλόγια του αντήχησαν γύρω της, κάλυψε τοστόμα της για να μην ουρλιάξει, "Μετέτοιους τοίχους στο κάστρο σου, δενμπορεί κανείς να πλησιάσει!" Κοίταξεγύρω ενώ αγκάλιαζε τον εαυτό της, ηανάσες της ρηχές καιγρήγορες, τα μάτια της βούρκωσαν. Ήξερεπως δεν ήταν εκεί, πως κοιμόταν στο δικότης κρεββάτι αλλά ο φόβος την είχεκατακλύσει. Γύρω της γυμνοί πέτρινοιτοίχοι χωρίς πόρτα ή παράθυρο. Ένιωθετην υγρασία να διαπερνά το δέρμα της,τα χέρια της ήταν γυμνά, το αραχνοΰφαντονυχτικό που φορούσε δεν πρόσφερε ζεστασιάκαι τα ελάχιστα κεριά που φώτιζαν άναρχατον χώρο έμοιαζαν παγωμένα.

Ένιωθετην καρδιά της να χτυπάει δυνατά, τηναδρεναλίνη να κυλάει στο αίμα της καιένας ήχος, ύφασμα που σέρνεται πάνω σεπέτρες την έκανε να γυρίσει απότομα.

Συγκράτησεακόμα μια κραυγή ενώ ένα ζεστό δάκρυπάγωνε στο κρύο της πρόσωπο.

Εκείνοςφορούσε μια κάπα που έφτανε μέχρι τοπάτωμα, το πρόσωπο του ήταν χλωμό καιτα μάτια του σκούρα με μια μυστηριώδηλάμψη, ενώ στα κατακόκκινα χείλη τουείχε σχηματιστεί ήδη το γνωστό αλαζονικόχαμόγελο. "Καλωσόρισες στο μικρό μουσπίτι." είπε χωρίς να αλλάξει έκφρασηκαι προχώρησε προς το μέρος της, σταμάτησεμπροστά της και το χαμόγελο του άφησεδύο κατάλευκους κυνόδοντες να κάνουντην εμφάνιση τους.

Σφίγγονταςτα παγωμένα της μπράτσα με τα δάχτυλατης άφησε μια ανάσα και προσπάθησε ναακουστεί βαριεστημένη. "Ωραίο το σόουσου, μπορώ να φύγω τώρα;" ήξερε πωςδεν μπορούσε να κάνει τίποτα για ναεπηρεάσει το εφιάλτη. Τα όνειρα μάλλονήταν η δική του ειδικότητα.

"Δενχαίρεσαι που με βλέπεις;" την ρώτησετοποθετώντας το δεξί του χέρι στο στήθοςτου, "Με πληγώνεις." της είπε με τοχαμόγελο που φαντάζεται κανείς πως έχειη γάτα μπροστά στο ποντίκι.

"Θαχαιρόμουν περισσότερο αν δεν είχαπαγώσει ανάμεσα σε πέτρινους τοίχουςγεμάτους αράχνες." απάντησε τρίβονταςτα μπράτσα της και κοιτώντας ξανά γύρωτης, οπουδήποτε εκτός από αυτόν.

"Θασε περιμένω απόψε. Ελπίζω να καταφέρουμενα ολοκληρώσουμε την συζήτηση πουαρχίσαμε χτες." είπε και η φωνή τουέμοιαζε να την τυλίγει με μια ζέστη πουτην έκανε να ανατριχιάσει ακόμαπερισσότερο. Το χαμόγελο του έδειχνεπόσο απολάμβανε τις αντιδράσεις της.

"Καιαν δεν έρθω;" η ερώτηση ήταναντανακλαστική, ακόμα και στα όνειράτης ένιωθε την ανάγκη να αντιδράσει, ναμην παραδώσει αμαχητί τα όπλα της. Ανκαι ήξερε πως είχε ήδη συμφωνήσει νατον δει ξανά έπρεπε να αντιδράσει στηνδική του υπενθύμιση, απλά για να ξέρειτι επιλογές είχε.

Ματωμένα ΡόδαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα