Καφάλαιο LIII

875 99 19
                                    

~ Τώρα .
« δεν μπορεί να είναι αλήθεια . Δεν γίνεται να μου λες την αλήθεια ! Όχι θες απλώς να με κανεις να σε λυπηθώ , να με κανεις αδύναμο .»
«Ορκίζομαι πως λέω την αλήθεια . Ο ριτσαρντ μου είπε πως ήταν τροχαίο . Είχαμε βγει βόλτα , ένα φορτηγό έπεσε πάνω μας . Από θαύμα έζησα .»
Ο αλεξ σηκώθηκε όρθιος βάζοντας τα χέρια του στο πρόσωπο του . Προσπαθούσε να διαχειριστεί τα συναισθήματα του . Ένιωθε να τον σκοτώνουν ξανά και ξανά. Ο μοναδικός λόγος που είχε βγει από το σκοτάδι ισχυριζόταν πως δεν θυμόταν καν το όνομα του . Κάποιος έπρεπε να του κάνει πλάκα .
«Αντιλαμβάνεσαι τι ακριβώς μου λες αυτή τη στιγμή ; Το αντιλαμβάνεσαι ;!» Δίχως να το καταλάβει ύψωσε την φωνή του . Η Αριάδνη μαζεύτηκε ξανά στην άκρη του κρεβατιού . Τον φοβόταν και παράλληλα ένιωθε κάτι απολύτως δυνατό μέσα της . Ένα προαίσθημα την καθοδηγούσε στο να τον αφήσει να την πλησιάσει , ένα κομμάτι του θόλου της παρελθόντος της έλεγε πως τον γνώριζε καλά . Δεν μπορούσε όμως  να θυμηθεί και αυτό την έκανα ανασφαλή .
«Συ.. συγνώμη .» Κατάφερε να ψελλίσει , νόμιζε όμως πως εκείνος δεν την είχε ακούσει καν .
Στο άκουσμα της φοβισμένος φωνής της τα χαρακτηριστικά του μαλάκωναν .
Τι έκανε ; Ποιος ήταν και είχα το δικαίωμα να την πληγώνει έτσι ξανά και ξανά .
Ξεφυσιξε αγανακτισμένος μεγαλώνοντας την απόσταση μεταξύ τους . Προσπάθησε να καταπνίξει την επιθυμία του να κλάψει , όμως δεν τα κατάφερε . Στήριξε το σώμα του στην πόρτα και άφησε τα ζεστά του δάκρυα να τρέξουν στο πρόσωπο του . Εκείνη τον παρακολουθούσε συγκλονισμένη . Εκείνος ο άγνωστος άντρας που πριν από λίγες βρες της φαινόταν ένα τέρας φώτα στέκονταν απέναντι της και έκλαιγε  γι αυτή . Λες και δεν είχε τίποτα να της κρύψει , είχε αφήσει ανοιχτά ολα του τα χαρτιά . Φαινόταν πως την εμπιστεύεται . Πως μαζί είχαν περάσει πολλά . Εκείνη όμως γιατί δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα ; Γιατί ο ριτσαρντ δεν της είχα μιλήσει ποτέ ;
Δίχως να σκέφτεται λογικά σηκώθηκε περπατώντας διστακτικά προς εκείνον .
Ο αλεξ σήκωσε το βλεμμα του πάνω της .
«Μην κλαις.»
«Ακόμη και οι άντρες έχουν το δικαίωμα να κλαίνε ορισμένες φορές»
«Γι ποιον λόγο να κλαις ;»
«Για όσα έχω χάσει . Για εσένα .»
«Δεν αξίζει να κλαις για εμένα .»
«Πίστεψε με είσαι ο μόνος λόγος που αξίζει να κλαίω .»
«Κανένα δεν το έχει κάνει .»
«Δεν είμαι ο κανένας .»
Η Αριάδνη γέλασε ελαφρώς .
«Δεν θυμάμαι ούτε το όνομα σου . Είναι ειρωνικό .»
Ο αλεξ σνειδητοποιωντας το δίκιο της γέλασε μαζί της .
«Είναι πράγματι .»
«Δεν είσαι ευτυχισμένος ;»
«Όχι ... η ευτυχία μου χάθηκε τρία χρόνια πριν ..όταν .... τέλος πάντων να δεν έχει σημασία . Εσυ ;»
«Εγώ τι;»
«Είσαι ευτυχισμένη ;»
«Εγώ ..»
«Δεν μου απαντάς .»
«Έχω την κόρη μου .... εκείνη με κάνει να χαμογελάω .»
«Η κόρη σου ... σωστά ... ποσό χρόνων είναι ;»
«Κοντεύει τα τρία . Την λένε μιρα .»
Το προσώπο της φωτίστηκε καθώς μιλούσε για εκείνη , έπειτα έσβησε πάλι .
Εκείνο το όνομα ξυπνούσε πάλι το παρελθόν του αλεξ , κάνοντας τον να χαθεί στις σκέψεις του .
~10χρονια πριν , Λονδίνο Αγγλία.
Μια πρωτόγνωρη λιακάδα του Μαρτίου είχε ξετρυπώσει τους κατοίκους της μεγαλούπολης από τα διαμερίσματα τους . Το χορτάρι στα πάρκα ήταν ακόμη νωπό από τις βροχές των προηγούμενων ημερών , ωστόσο αυτό δεν του πτοούσε από το να κάνουν πικ-νικ πάνω σε αυτό .
Σε μια από τις λιγότερο κοσμικές περιοχές του Λονδίνου είχαν αποφασίσει και εκείνοι να χαρούν το πρωινό τους . Η Αριάδνη είχε την μοναδική ευκαιρία να πάρει και ανάσα από το διάβασμα της και ο αλεξ να χαρεί για λίγο το άρωμα της .
Είχαν στρώσει κάτω από μια άνθοστολισμενη Ιτιά , από τα αγαπημένα της δέντρα . Εκείνος είχε στηρίξει την πέραση του πάνω στον γερό κορμό ενώ εκείνη ήταν μέσα στην αγκαλιά του .
Χάζευαν τα διαφορά σχήματα που έπαιρναν τα σύννεφα καθώς περνούσαν από μπροστά τους . Το θέαμα κατάφερνε να την αφήνει άφωνη κάθε φορά.
Η συζήτηση μεταξύ τους ήταν ήρεμη μέχρι την στιγμή που εκείνη αναφέρθηκε στο θέμα των παιδιών . Ο αλεξ ένιωθε να ενοχλείται από όταν σκληρή της στάση .
«Είναι δυνατόν να μη θες παιδιά ποτέ σου ;»
«Ούτε εσυ θες αλεξ .»
«Ναι σε αυτή την φάση της ζωής μου . Όχι όμως και ποτέ άλλοτε .»
«Δεν θέλω να γίνω σαν την μητέρα μου .»
«Δεν θα γίνεις έτσι . Εκείνη ήταν εθισμένη .»
«Εάν όμως είναι κολλητικό ;»
«Σε φαντάζομαι μια υπέροχη μητέρα Αριάδνη .»
«Δεν ξέρω . Δεν έχω φανταστεί ποτέ τον εαυτό μου σαν μητέρα . Εσυ ;»
«Εγω θα ήθελα πολύ ναι κόρη .»
Η Αριάδνη χαμογέλασε .
«Εάν έκανα ποτέ παιδιά μαζί σου θα ήθελα να έχω μια κόρη που θα σου μοιάζει .»
Ο αλεξ αισθάνθηκε τον αέρα να ελαττώνεται γύρω του . Την έβλεπε να κάνει σχέδια για το μέλλον . Ένα μέλλον που ο ίδιος θα κατέστρεφε σύντομα . Λίγοι μόνο μήνες είχαν μείνει κεχρί να μπει σε εφαρμογή το τελευταίο μέρος της αποστολής του . Τίποτα όμως δεν τον εμπόδιζε από το να χαρεί αυτούς τους μήνες δίπλα της .
Την έσφιξε ακόμη περισσότερο στην αγκαλιά του . Ήθελε να νιώσει κάθε σημείο του κορμιού της να ανατριχιάζει στο άγγιγμα του . Το αίσθημα τον λυτρώνε κάθε φορά .
«Η κόρη μας θα ήθελα να είχε τα μάτια σου .»
Συνέχισε την κουβέντα ,
«Τα μάτια μου είναι κατάρα . Σου έχω πει ποσό τα μισώ .»
«Ξερω επειδή είναι ίδια με της μητέρας σου .»
«Ακριβώς . Θα της έδινε το όνομα Μίρα .» Ο αλεξ ανοιγοκλησε τα βλέφαρα του για να σιγουρευτεί πως άκουγε καλά .
«Πως είπες ;»
«Μίρα . Το όνομα της μητέρας σου εάν δεν κάνω λάθος . Μου το είχες πει μια φορά .»
«Δεν ..δεν θυμώνουν όρο στο είχα πει .»
«Θα σου είχε ξεφύγει . Ξέρω πως δεν μιλάς για το παρελθόν σου .»
«Για ..για ποιον λόγο θέλεις η κόρη μας να πάρει το όνομα της ;»
«Θέλω να εχω πάντα μαζί μου ένα κομμάτι που αγαπάς . Και βαθειά μέσα μου νιώθω πως λατρευες την μητέρα σου .»
«Την .. την λάτρευα . Ήταν ..»
οι λέξεις δεν μπορούσαν να βγουν από το στόμα του . Δεν άντεχε να μιλάει για το παρελθόν , να μιλάει για εκείνη . Τον πονούσαν τα λόγια που θα ξεστόμισε εάν της ανοιγόταν .
«Δεν χρειάζεται να πιέζεις τον εαυτό σου . Δεν θέλω να μάθω εάν δεν είσαι έτοιμος να μου πεις . Υπάρχει χρόνος για όλα .»
«Εντάξει ... τι θες να κάνουμε μετά ;»
«Τίποτα . Θέλω να χαζέψω τον ουρανό . Να φανταστώ όλους τους πλανήτες που βρίσκονται γύρω μας . Θέλω ησυχία .» Του αποκρίθηκε χαμογελώντας και εκείνος δεν μπόρεσε παρά να κάνει το ίδιο .

~Τώρα
«Είσαι καλά ;» Η ανήσυχη φωνή της τον έβγαλε από τον λήθαργο του .
«Ναι ...με συγχωρείς .»
«Τι σκεφτόσουν ;»
«Εσένα .» Της απάντησε με ειλικρίνεια .
«Από που σε ξέρω ; Θα μου πεις ;»
Ο αλεξ άγγιξε τρυφερά μερικές τούφες από τα μαλλιά της .
« δεν είναι ακόμη ώρα . Θέλω να με θυμηθείς μόνη σου. Και εγώ απλώς θα σε βοηθήσω να θυμηθείς τις λεπτομέρειες .»
Την άκουσε να ξεφυσαει .
« δεν καταλαβαίνεις . Έχω προσπαθήσει πολλες φορές να θυμηθώ κάτι . Τον γάμο μου ,το έρωτα μου για τον άντρα μου . Τίποτα δεν έρχεται στο νου μου .»
« θα το κανεις . Το ξέρω πως θα το κανεις .»
Της χαμογέλασε με θερμή . Δεν έπαψε να την κοιτάζει .
«Θες να φύγεις ;»
«Θα σε ξαναδώ ;»
«Γι αυτό να είσαι σίγουρη μικρή .»
«Θα με ψάχνει η κόρη μου .»
« τότε θα σε γυρίσω σπίτι σου.»
« σε ευχαριστώ .»
Μάζεψε τα λιγοστά της πράγματα πριν επιστρέψει δίπλα του . Ο αλεξ είχε ήδη ανοίξει την πόρτα του δωματίου του . Ωστόσο όταν η Αριάδνη προσπάθησε να τον προσπεράσει εκείνος έπιασε το μπράτσο της τραβώντας την κοντά του . Ένιωσε την αναπνοή της να κόβεται .
«Είσαι ευτυχισμένη μαζί του ;»
«Δεν νιώθω τίποτα για εκείνον . Όσο και να έχω προσπαθησει .»
Η απάντηση του του αρκούσε για την ώρα . Δεν δον πείραζε που είχε χάσει την μνήμη της . Εκείνος θα την έκανε να τον ερωτευτεί από την αρχή .
Την άφησε να προχωρήσει μπροστά ενώ έβγαζε το κινητό του από το μπουφάν του .
Κάλεσε δίχως δεύτερη σκέψη το μον οστικό που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να επιβεβαιώσει τις υποψίες του .
«Ναι ένα τεστ πατρότητας θέλω . Όσο πιο γρήγορα γίνεται .»
Έπρεπε να είναι σίγουρος πως η μικρή ήταν δίκη του κόρη .

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Opowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz