Σαν δεμένο μουλάρι.

359 26 6
                                    

Δύο μέρες είχαν περάσει από όλα όσα συνέβησαν στον καταρράκτη και κανείς από τις δύο οικογένειες δεν ήξερε τι ακριβώς είχε συμβεί. Πότε ο απόγονος των Λασκαραίων είχε προλάβει και είχε γνωρίσει την Γερακάρισσα από τη στιγμή που ήταν συνέχεια σε ταξίδια; Και από την άλλη, πώς η μάγισσα των Γερακάριδων έκανε στην άκρη το μίσος που είχε για την οικογένεια;  Πάνω κάτω αυτά τα ερωτήματα, μαζί με δεκάδες κουτσομπολιά από τα οποία ούτε τα μισά δεν ήταν αλήθεια αναπαράγονταν αυτές τις μέρες.

Οι κοπελιές στη μεριά των Λασκαραίων έβαζαν τα κλάματα μόλις έβλεπαν τον γιο του αρχηγού και μουρμούριζαν για μάγια και ξόρκια. "Σοβαρά τώρα, πιστεύουν ότι η Θεοφανώ θα μου έκανε μάγια;" Στριφογύρισε ο Αντρέι τα μάτια του όταν ο Κοσμάς του μετέφερε τα κουτσομπολιά. Καθόντουσαν δίπλα στη φωτιά, στην σκηνή του πρώτου και ο Αντρέι κατέβασε τη βότκα που είχε στο ποτήρι του σαν να ήταν νερό. "Είναι η μάγισσά τους. Θα μπορούσε." Ανασήκωσε ο φίλος του τους ώμους του. "Οι μόνες μαγικές ικανότητες που έχει η μικρή είναι με τρελαίνει όταν κάνει από κεφαλιού της." Πέταξε ο Αντρέι ένα ξύλο στη φωτιά και ο Κοσμάς χαχάνισε. "Τι;" Τον κοίταξε ο Αντρέι. "Δεν ξέρω αν είναι μάγια ή όχι, αλλά σε έχει βρει κατακούτελα με τη Γερακάρισσα."

"Εγώ απορώ ακόμα και που σας πίστεψαν.!" Έλεγε ο Φρίξος για πολλοστή φορά. Ήταν με τη Θεοφανώ και την Κερασίνα στο υπαίθριο σιδηρουργείο του και ακόνιζε κάτι σπάθες με τα κορίτσια γύρω του να προσπαθούν να ακούσουν ανάμεσα στα πελεκήματα. Ανά διαστήματα κοίταζαν γύρω τους, αλλά κανείς δεν πλησίαζε εκεί πέρα. Η Κερασίνα μασουλούσε ένα μήλο αλλά η Θεοφανώ έπαιζε νευρικά με το στρίφωμα της φούστας της. "Πιστεύεις ότι κάναμε κουτουράδα ε;" Τον ρώτησε πάλι, χωρίς να περιμένει απάντηση. "Να, βλέπεις;" Γύρισε στην Κερασίνα που ανασήκωσε το φρύδι της. "Ποιός θα μας πιστέψει όταν δεν με νοιάζει καν ο Λάσκαρης;" Ρώτησε λίγο πιο τσιριχτά από όσο σκόπευε. Ο Φρίξος κάτι πήγε να πει, αλλά σταμάτησε όταν είδε τη Μορφούλα να έρχεται τρέχοντας.

Κορδώθηκε για να τον δει, αλλά εκείνη σταμάτησε λαχανιασμένη μπροστά στη Θεοφανώ. "Κυρά!" Κοντανάσανε "Ήρθε να σε δει ο αρραβωνιάρης σου!" Είπε και η Κερασίνα στραβοκατάπιε, πνίγηκε και άρχισε να βήχει. Η Θεοφανώ πετάχτηκε όρθια και το κοφίνι πάνω στο οποίο καθόταν αναποδογύρισε. "Ο ποιός;" Αναφώνησε. "Ο αρραβωνιάρης σου, ο Λάσκαρης ντε! Είναι με τον αφέντη και με έστειλαν να σε φωνάξω." Είπε χαμογελώντας. "Θα σου επιτρέψουν λέει να πάτε βόλτα. Έχει και εκειό τον αγριοάνθρωπο μαζί του... το Βρώτσο!" Της πήρε δύο δευτερόλεπτα για να θυμηθεί πώς τον λένε. "Ευχαριστώ Μορφούλα. Πες τους ότι έρχομαι." Η κοπέλα ένευσε και έφυγε τρέχοντας.

Ψεύτικοι ΕραστέςWhere stories live. Discover now