.7.

262 12 0
                                    

Βρίσκονται στον στάβλο, κρυμμένοι πίσω από τα άχυρα. Η Θεοφανώ καθιστή με την πλάτη της να στηρίζεται στον τοίχο και ο Αντρέι ξαπλωμένος με το κεφάλι στα πόδια της. Τα δάχτυλα της μπερδεύονται στα μαλλιά του χαϊδεύοντας τα. Είναι σε αυτήν την θέση κοντά στην μισή ώρα και ενώ κανονικά θα έπρεπε να γυρίσει στον οντά της για να μην προκαλέσει παραπάνω προβλήματα ο Αντρέι απλά δεν μπορεί να την αφήσει να φύγει.


«Χάνω τον εαυτό μου.» Επαναλαμβάνει για τρίτη φορά κοιτάζοντας το κενό. «Και αν δεν μπορώ να είμαι Λάσκαρης;»


«Τυχερός θα είσαι τότε.» Αποκρίνεται και γυρίζει το κεφάλι του να την κοιτάξει.


«Δεν έχω κάτι εναντίων του Τζανέτου, ίσα-ίσα τον ευγνωμονώ γιατί είναι ο λόγος που σε έχω εδώ και πραγματικά πιστεύω ότι αν γύριζε αυτή η φαμίλια θα ήταν αλλιώς. Αλλά...» λέει χωρίς να ξέρει πως να το συνεχίσει.


«Σε περίπτωση που το ξέχασες δεν τους έχω σε ιδιαίτερη εκτίμηση Θεοφανώ, παρότι είναι συγγενείς μου, οπότε ολοκλήρωσε την σκέψη σου.» Λέει χωρίς να παίρνει τα μάτια του από τα δικά της.


«Δεν τους αξίζει ένας Λάσκαρης σαν και εσένα. Αυτό.» Λέει και σφίγγει τα χείλη λες και το μετάνιωσε που το είπε. Και πριν περάσουν πέντε δευτερόλεπτα κλείνει τα μάτια και μιλάει πάλι. «Ξέρω ότι ακούγομαι αχάριστη δεδομένου ότι τόσα χρόνια είναι ο λόγος που ζω και τρέφομαι και ένα σωρό άλλα πράγματα αλλά δεν μπορώ να σε βλέπω να βασανίζεσαι επειδή δεν ξέρεις αν μπορείς να είσαι ένας από αυτούς. Αυτοί θα είναι οι τυχεροί αν σε έχουν στο πλευρό τους, εσύ μόνο χάσιμο θα έχεις.» Λέει με μια ανάσα και σταματάει να μιλάει.  


Νιώθει το σώμα του να δονείται πριν ακούσει το γέλιο του. Τον κοιτάει και είναι λες και το χαμόγελο του είναι η γιατρειά για όλα της τα προβλήματα.


«Να έχεις πιο συχνά εκρήξεις νεύρων.» Λέει απλά και το χέρι του καλύπτει το δικό της που βρίσκεται πάνω στο στομάχι του. «Να ξέρεις μόνο ότι το θέμα μου είναι ο εαυτός μου και όχι αυτοί. Νιώθω ότι πρέπει να τον κάνω περήφανο αλλά δεν μπορώ να αποτινάξω από πάνω μου...» 


«Σε εμπιστεύτηκε και σε συμπάθησε πριν πεθάνει για αυτό που είσαι Αντρέι. Γνώρισε έναν ξένο, έναν Ρώσο αξιωματικό. Που οι ιδέες και τα ιδανικά του ταίριαζαν με αυτά του τόπου. Δεν ήξερε ότι μιλάει με τον γιο του και όμως σου φέρονταν έτσι. Όσο για το ποιος είσαι;» Τα ακροδάχτυλα της περνάν απαλά από τα φρύδια του, τα μάτια του που κλείνουν κάτω από το άγγιγμα της, τη μύτη του για να καταλήξουν στα χείλη του και στο πηγούνι του.


«Είσαι δίκαιος, έμπιστος, άξιος, ένας χαμαιλέοντας που προσαρμόζεται όπου και να τον βάλεις. Δεν σε νοιάζουν οι τάξεις των ανθρώπων αλλά περιμένεις να τους γνωρίσεις για να καταλάβεις την αξία τους, κρατάς μυστικά ακόμα και αν αυτά μπορούν να βλάψουν τους εχθρούς σου γιατί αυτή είναι η ηθική σου. Θυσιάζεσαι για τους ανθρώπους που αγαπάς χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα. Δεν ξέρω τι από όλα αυτά προέρχεται από την μαμά σου και το πως σε μεγάλωσε ή αν απλά είσαι ίδιος ο Τζανέτος. Δεν ξέρω αν θα επικρατήσει το Λάσκαρης ή το Σιντόροφ. Ξέρω όμως ένα πράγμα.» Σταματάει να μιλάει λες και τον περιμένει να αφομοιώσει όσα του είπε.


«Τι είναι αυτό;» Ρωτάει με ψιθυριστή φωνή. 


«Όπως και να διαλέξεις να λέγεσαι για εμένα θα είσαι πάντα ο Αντρέι μου, η αγάπη μου, η ψυχή μου, ο λόγος της ηρεμίας και της αντάρας μου. Και αν ποτέ ξεχάσεις ποιος είσαι θα είμαι εδώ να στο θυμίσω.»


«Και εγώ σ'αγαπάω.» Λέει με μισό χαμόγελο «και ας μην βγάζω τέτοιους λόγους.»


«Α ναι, τώρα που το είπες... ακόμα δεν μου έχεις πει τι έγραφε το γράμμα.!» Λέει και τα μάτια της γουρλώνουν στην θύμηση ενώ τα δικά του από πανικό.


Ανοίγει το στόμα του πριν βρει κάποια δικαιολογία για να μην της απαντήσει.


«Αντρέι! Φεύγουμε ωρε, που είσαι;» Ακούν τον Κοσμά να φωνάζει. Πετάγεται όρθιος από την αγκαλιά της, ευγνώμων για την διακοπή.


«Άλλη φορά. Σε λατρεύω.» Της λέει και την φιλάει γρήγορα στα χείλη, «στο δωμάτιο και κλείδωσε μέχρι να γυρίσω, ναι;» Λέει και την ξανά φιλάει. «Να προσέχετε.» Απομακρύνει το χέρι του από την κοιλία της και φεύγει με γοργό βήμα.


«Και εγώ σε αγαπάω.» Απαντάει η Θεοφανώ μπερδεμένη από την ταχύτητα που έγιναν όλα.


«Άντε μωρε, χασομέρη σε έκανε ο έρωτας.» Ακούγεται πάλι ο Κοσμάς, σιγανότερα αυτήν την φορά και ο Αντρέι τρέχει να τον βρει γελώντας.

Πως ΘΑ μπορούσε να είναιWhere stories live. Discover now