Κλεοπάτρα η Μακεδόνισσα

Od novehellenist

940 93 208

Μυθιστόρημα για την ομοθαλή αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πριγκίπισσα Κλεοπάτρα της Μακεδονίας, που έχει μεί... Více

Καστ (1)
Καστ (2)
Εισαγωγικό Σημείωμα
Σάρδεις, 308 π.Χ.
Κλέος πατρός
Προσθήκες στο καστ
Το μπουμπούκι ανθίζει (μέρος α΄)
Το μπουμπούκι ανθίζει (μέρος β΄)
Το μπουμπούκι ανθίζει (γ΄ μέρος)
Έρωτας πόλεμος
Η έβδομη σύζυγος (α΄ μέρος)
Η έβδομη σύζυγος (β΄ μέρος)
Η έβδομη σύζυγος (γ΄ μέρος)
Η έβδομη σύζυγος (δ΄ μέρος)
Foreign cast
Ο γυρισμός του αδελφού
Ματωμένος γάμος (α΄ μέρος)
Ματωμένος γάμος (γ΄ μέρος)
Στην Ήπειρο (α΄ μέρος)
Στην Ήπειρο (β΄μέρος)
Μια ψυχή σε δυο σώματα (α΄ μέρος)

Ματωμένος γάμος (β΄ μέρος)

30 2 11
Od novehellenist

Με το πρώτο λυκαυγές της άλλης μέρας, ξεκίνησε η πομπή των καλεσμένων από την Πέλλα για τις Αιγές, και προς το απόγευμα πλέον έφταναν στο εντυπωσιακό, τεράστιο ανάκτορο, το χτισμένο κατ' εντολή του βασιλιά πατέρα της νύφης, που δέσποζε πάνω στην ακρόπολη επιβλέποντας όλο τον κάμπο της Ημαθίας και τη μακεδονική γη, και το οποίο εκείνος διάλεξε για να γιορτάσει τους γάμους της και να κάνει επίδειξη πλούτου και δύναμης ενώπιον όλων των υπηκόων του• μόλις λοιπόν τακτοποιήθηκε η συνοδεία στα πολυάριθμα διαμερίσματα του αχανούς αυτού οικοδομήματος, οι αρχόντισσες και οι αρχοντοπούλες βάλθηκαν να ντύσουν και να στολίσουν την Κλεοπάτρα για την τελετή, με το γενικό πρόσταγμα της Ολυμπιάδας - η Θεσσαλονίκη, η Αταλάντη, η Διδυμεία η αδελφή του Σέλευκου με τη μητέρα τους τη Λαοδίκη, οι δυο μεγαλύτερες θυγατέρες του Αντίπατρου, η Φίλα και η Φιλωτέρα η νιόπαντρη που είχε πάρει το αρχοντόπουλο τον Αλέξανδρο τον Λυγκηστή, τον γιο του Αερόπου, η μάνα τους η Αερόπη*, η ξαδέλφη τους η Αντιγόνη, κόρη του θείου τους του Κάσσανδρου**, η Αρσινόη, η Βερενίκη, η Δημητρία... - και η μελλόνυμφη σαν άγαλμα θεάς έστεκε που το κοσμούσαν για γιορτή θρησκευτική, αναίσθητη σχεδόν και ανέκφραστη, νιώθοντας πως για άλλη γίνονταν όσα γίνονταν, πως άλλη θα παντρευόταν και όχι η ίδια...

«Διδυμεία, Φίλα, Φιλωτέρα, στερεώστε καλά το πέπλο! Αερόπη, Λαοδίκη, Αρσινόη, τον χιτώνα σιάξτε, να κάνει ωραίες πτυχώσεις» έδινε συνέχεια παραγγέλματα η μητέρα της. «Εύγε σας! Θεσσαλονίκη μου, φέρε τα κοσμήματα της αδελφής σου, τα χρυσά βραχιόλια, το περιδέραιο και τα ενώτια, να της τα φορέσουμε...»

«Είσαι πανέμορφη, αδελφούλα μου!» έκανε θαμπωμένη η μικρότερη βασιλοπούλα, μόλις ολοκλήρωσαν τον καλλωπισμό της. «Δεν έχεις ανάγκη κανένα κόσμημα, κόσμημα είσαι από μόνη σου...»

«Ίδια με θεά μοιάζει η κόρη σου, βασίλισσα!» αναφώνησε κι η Αρσινόη. «Λες και ορώ την Ήρα, να ετοιμάζεται για τον ιερό της γάμο με τον Δία...»

«Καμιά θνητή δεν ξεπερνάει τις θεές... Κάναμε απλώς αυτό που έπρεπε, για να φανεί η νύμφη άψογη μπρος στον νυμφίο της» σχολίασε η Ολυμπιάδα, χαμογελώντας πλατιά, έπιασε τα χέρια της θυγατέρας της και την ασπάστηκε, «χαμογέλα» την ορμήνεψε παράλληλα ψιθυριστά στο αυτί, με τόνο απαιτητικό, κι ύστερα όλες οι γυναίκες και οι κοπέλες την αγκάλιασαν και της ευχήθηκαν...

«Μακάρι να παντρευόσουν τον αδελφό μου, Κλεοπάτρα» τόλμησε να αρθρώσει σιγανά η Αταλάντη, όταν ήρθε η σειρά της, κρατώντας τη λίγο παραπάνω... «Αυτός σου άξιζε, ναι, το πιστεύω...»

«Σώπα, Αταλάντη, σε παρακαλώ» την έκοψε, προσπαθώντας υπεράνθρωπα να καταπιεί τη λύπη και την ταραχή της. «Ο αδελφός σου είναι απλώς ένας αξιωματικός, αυτό που λες ήταν αδύνατον να συμβεί ποτέ...»

«Εμπρός, πάμε, μην καθυστερούμε άλλο» πρόσταξε η μάνα της, και υπακούοντας όλες στο πρόσταγμά της, πήραν την Κλεοπάτρα και με χαρμόσυνα τραγούδια και λαμπαδηφόρες, καθώς έπεφτε πια το σούρουπο, κατευθύνθηκαν προς το ιερό όπου θα τελούνταν ο γάμος, αντίκρυ τους κατέφθασε και ο Αλέξανδρος ο Μολοσσός με τη συνοδεία των επίσης δαδοφόρων ανδρών, λαμπροφορεμένος κι αυτός, στάθηκε το ζευγάρι μπροστά στον βωμό τον διακοσμημένο με πράσινα κλαριά και ρόδα, η νύφη έχοντας τα μάτια χαμηλά και μη μπορώντας να σχηματίσει ούτε μισό ψεύτικο χαμόγελο στο πρόσωπό της, κι ας έλαμπε η μελαχρινή θωριά της μες στα λευκά φορέματα, ενώ ο γαμπρός με τα δικά του στυλωμένα απάνω της, γδύνοντάς την θαρρείς πρόωρα, ο ιερέας των θεών μαζί με το πλήθος ανέπεμψε τις δέουσες προσευχές και ύμνους και τους έστεψε με χρυσά στεφάνια, και ο Περδίκκας όλη την ώρα της τελετής υπέφερε κρυφά, το ίδιο και στο γαμήλιο συμπόσιο που ακολούθησε, πίνοντας θάλασσες το κρασί στην υγειά της βασιλοπούλας του...

«Έλα δω εσύ» προσέγγισε η Θετίμα την Κλεοπάτρα σοβαρή, μόλις αποσύρθηκε στη νυφική παστάδα, και της έβαλε στο χέρι ένα μακρουλό πράγμα. «Κράτα το αυτό, θα σου χρειαστεί...»

«Τι είναι αυτό;»

«Έντερο όρνιθας, γεμάτο με το αίμα της... Το σούφρωσα από τις κότες που έσφαξαν για το συμπόσιο...»

«Τι... τι να το κάνω; Γιατί μου το δίνεις;»

«Μη μου κάνεις την ανήξερη... Ο θείος σου ο Αλέξανδρος δεν είναι κανένα μειράκιο, να μην το καταλάβει ότι την έδωσες αλλού την παρθενία σου...»

«Ξέρεις;... Πώς;...»

«Σας είδα στην κλίνη σου, γυμνούς και αγκαλιασμένους, όταν έφυγα από την Κυνάνη και την Ανταία και ήρθα να δω αν κοιμάσαι... Πώς το 'κανες αυτό, Κλεοπάτρα, μου λες; Πώς παρασυρθήκατε έτσι;»

«Συγχώρεσέ με, Θετίμα... Συγχώρεσέ μας και τους δυο, δεν...»

«Μη ζητάς συγχώρεση από μένα, απ' την Αρτέμιδα την αγνή θεά την εκήβολη να ζητήσεις έλεος, που πάτησες τον όρκο σου... Φεύγω εγώ τώρα, κι εσύ σκούπισε τα μάτια σου και φρόντισε να το σπάσεις τούτο δω με το νύχι σου όταν έρθει η ώρα» κατέληξε η Θετίμα, κάπως πιο μαλακωμένη, και με κάποιον οίκτο κινήθηκε το χέρι της και άγγιξε η παλάμη της τη μια παρειά του κοριτσιού που είχε αναθρέψει• και αφού εκείνη βγήκε, η Κλεοπάτρα κύτταξε το στολισμένο νυφικό κρεβάτι, το σίμωσε αργά, ξάπλωσε πάνω του όπως το σφάγιο σε βωμό θεού για τη θυσία και άφησε το στήθος της να αναστενάξει ελεύθερο και τα δάκρυά της να σταλάξουν...

«Γαμπρέ, δεν πας να βρεις τη νύφη; Ώρα είναι» είχε προτρέψει ο Φίλιππος τον Αλέξανδρο τον Μολοσσό, χτυπώντας τον με νόημα στον ώμο, όταν πια είχαν χορτάσει αρκετά οι κοιλιές τους το κρασί και το φαΐ, και εκείνος σηκώθηκε και χαιρετώντας τους συνδαιτυμόνες του κινήθηκε πρόθυμα προς επιτέλεση του συζυγικού του καθήκοντος, «να μου την προσέξεις, παρθένα άθικτη σ' τη δίνω, όπως πρέπει» τον είχε συμβουλέψει η Ολυμπιάδα, και να τώρα που έμπαινε στην παστάδα, τρεκλίζοντας κάπως από το μεθύσι και νιώθοντας το υπογάστριό του να πρήζεται στη θέα του καλλίγραμμου κορμιού της ανιψιάς του, που ήταν ήδη ξαπλωμένη στο κρεβάτι, γερμένη στο ένα της πλευρό, κάνοντας την κοιμισμένη...

«Κοιμάσαι, φοραδίτσα μου;» της είπε στο αυτί λάγνα, μόλις σωριάστηκε στο πλάι της στην κλίνη, και η Κλεοπάτρα τίναξε τον ώμο της, που πήγαινε να της τον αγγίξει...

«Είσαι ατίθαση, ε; Κάνεις νάζια... Θα σε δαμάσω όμως γρήγορα, ανιψούλα μου όμορφη, που είσαι πλέον γυναίκα μου... Γυναίκα μου, τ' ακούς; Δική μου...» συνέχισε ο Μολοσσός το παραλήρημα, την έπιασε μεμιάς από τη μέση και τη γύρισε ανάσκελα, γυμνώθηκε βιαστικός, της σήκωσε τον χιτώνα και έπεσε πάνω της, χώνοντας αμέσως τον ορθωμένο φαλλό του στο αιδοίο της και αγκομαχώντας οιστρηλατημένος, χωρίς καμιά τρυφερότητα να της δείξει• δάγκωσε το κατωχείλι της η πριγκίπισσα, ζάρωσε την όψη της ολόκληρη για να μην κλάψει και στύλωσε το βλέμμα της στην οροφή της κάμαρης, όσο ο θείος της και σύζυγός της την κατακτούσε άγαρμπα, νομίζοντας ότι την ξεπαρθενεύει, κι όταν τέλειωσε το έργο του και γύρισε πλευρό για να αποκοιμηθεί ροχαλίζοντας, έβγαλε με χέρια που τρέμανε απ' τον κόρφο της το έντερο της κότας που της έδωσε η παραμάνα της, το έσπασε σ' ένα σημείο κι άφησε το αίμα του αθώου πουλερικού να λεκιάσει το σεντόνι και τους οφθαλμούς της να στάξουν πάνω του πικρές σταγόνες, καθώς θυμήθηκε την άλλη νύχτα, τη χθεσινή, τη γεμάτη έρωτα, που μαλακά τής έδρεψε τον ανθό των μύρτων της ο καλός της, τον γλυκό τον πόνο που τη συγκλόνισε και την κηλίδα την κόκκινη που έμεινε στο κοριτσίστικό της λέχος...


*Επινοημένο όνομα, δε γνωρίζουμε πώς λεγόταν η σύζυγος του Αντίπατρου.


**Πρόκειται για τον αδελφό του Αντίπατρου, που είχε το ίδιο όνομα με τον ανιψιό του.


Κι ένα νεοελληνικό τραγουδάκι μακεδονικό του αποχωρισμού της νύφης που μ αρέσει πολύ... "Αφήνω γεια στη γειτονιά και γεια στα παλικάρια, αφήνω και στη μάνα μου τρία γυαλιά φαρμάκι/Μάνα μου, τα λουλούδια μου συχνά να τα ποτίζεις/καθε πρωι με τη δροσιά, το βραδυ με το δακρυ..."

Πάνω, το κτήμα Aegeae Palace, δηλαδή το ανάκτορο των Αιγών, στην ξακουστή Βεργίνα





Pokračovat ve čtení

Mohlo by se ti líbit

931 195 29
Ποιηματάκια δημιουργήθηκαν μια φορά και έναν καιρό με απίκο σκοπό, να ακουστούν στα αυτιά ατόμων. Να τα δουν μάτια και να καταλάβουν. Μια συλλογή ποι...
40.9K 1.8K 100
Κριός: 21/03-20/04 Ταύρος: 21/04-20/05 Δίδυμος: 21/05-21/06 Καρκίνος: 22/06-22/07 Λέων: 23/07-23/08 Παρθένος: 24/08-22/09 Ζυγός: 23/09-22/10 Σκορπιός...
4.7K 15 2
- Λένε πως θα έρθει απόψε ο Άγγελος του Θανάτου στον Πειραιά, ισχύει; - Έτσι γράφει το μήνυμα. - Θα δεχτεί να συμμετάσχει στην Αντίσταση; - Λογικά να...
514 124 27
Ενα βιβλίο γεμάτο με ποίηση, στιχάκια και κείμενα. Γραμμένα από την ψυχή. Από δύο πένες συγγραφής. Nicole Black & Samuel-Marian Ελπίζουμε να σας αρέ...