Κεφάλαιο 15α: Διάλογος που προκαλεί

205 41 33
                                    

Την Παρασκευή το πρωί, το τηλέφωνο της Θάλειας χτύπησε στο γραφείο της στο Υπουργείο. Το σήκωσε. Ήταν εκείνος, ο Διονύσης Ναρσής.

"Μπορώ να πω την καλημέρα μου χωρίς να ενοχλώ ;" ακούστηκε η φωνή του.

Η Θάλεια συγκέντρωσε το μυαλό της και έδωσε στη φωνή της ένα τόνο καλυμμένης πρόκλησης.

"Καθόλου, θα έλεγα μάλιστα ότι μια τέτοια καλημέρα βοηθάει τη μέρα να εξελιχθεί καλύτερα".

"Χαίρομαι πολύ που σ΄ακούω" της είπε.

"Και εγώ" του απάντησε. Πως μπορούσε να δίνει στη φωνή της ένα τέτοιο χρώμα τη στιγμή που το πρόσωπό της φορούσε μια τελείως διαφορετική μάσκα. Μια γλυκιά, τρυφερή, προκλητική φωνή βγαλμένη από ένα άκαμπτο πρόσωπο.

"Σε πήρα για την πρότασή μου, τι λες..." πρόταξε ο Ναρσής.

"Την περιμένω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον" του πέταξε για μία ακόμα φορά.

Ο Ναρσής εμφανώς ένιωσε τους κροτάφους του να πάλλονται με ρυθμούς που ανέβαιναν.

"Μπορούμε να βρεθούμε απόψε;"

"Φυσικά, τι ώρα θέλεις και που", το ύφος της μαζί του πέρασε στον ενικό αφαιρώντας τα όποια στοιχεία απόστασης μέχρι τώρα.

"Θα σε περιμένω στο γνωστό μέρος, μπορείς ; να πούμε στις επτά το απόγευμα ;"

"Ναι μπορώ και αυτή τη φορά δεν χρειάζεται κάποιος να με μεταφέρει. Αν δεν έχει αλλάξει κάτι θα έρθω με το αυτοκίνητό μου, το προτιμώ"

"Είσαι σίγουρη;"

"Ναι, το θεωρώ, πιο ...ας πούμε ασφαλές, κάποιοι άνθρωποι να γνωρίζουν ακόμα λιγότερα".

Ακούστηκε στο τηλέφωνο η χροιά της φωνής του να παίρνει ηχόχρωμα με χαμόγελο.

"Κάθε φορά με εκπλήσσεις όλο και καλύτερα"

Του απάντησε μετά από μία μικρή ελάχιστη παύση.

"Όπως το καλό κρασί που ωριμάζει με τον καιρό, κάθε φορά γίνεται και καλύτερο" αποκρίθηκε.

"Να ελπίζω σε μια παρουσία λιγότερο σφιγμένη απόψε;" την ρώτησε σε μια πρόσκληση γεμάτη νόημα.

Πάλι εκείνη η παύση στη φωνή της που τον έκανε στα λίγα αυτά δευτερόλεπτα να ανεβαίνουν οι σφυγμοί του.

"Αραγε με μεγαλύτερη τη διάθεση της φαντασίωσης..." του πέταξε αργά καίγοντας το μυαλό του.

"Δεν ξέρεις πόσο μου αρέσει όταν τα πράγματα μπαίνουν στη σωστή τους διάσταση" της είπε για να πάρει πληρωμένη την απόκρισή της.

"Δεν ξέρεις ποτέ μέχρι που μπορεί να φτάσει αυτή η διάσταση".

"Δεν σε αναγνωρίζω σήμερα..."

"Όταν μείνουμε εντελώς μόνοι, τότε θα γνωρίσεις πολύ περισσότερα και πιο ενδιαφέροντα" του είπε με ψιθυριστή και προκλητική φωνή.

Ο Ναρσής άρχισε να νιώθει τον κόμπο να σφίγγει στο λαιμό του.

"Θα σε περιμένω στις επτά, καλή συνέχεια".

"Au revoir..." του είπε και έβαλε το ακουστικό στη θέση του.

Ο Ναρσής σηκώθηκε από την μεγάλη πολυθρόνα του γραφείου του. Αναψοκοκκινισμένος με τους κροτάφους του να πάλλονται.

"Πρέπει να είσαι μεγάλη πουτάνα μικρή μου" ψιθύρισε ίσα να ακούει τη φωνή του. "Όπως όλες σας του είδους..." συνέχισε με τον αέρα της αυτοπεποίθησης μέσα του. "Στην αρχή παριστάνετε τις παρθένες, τις τυπικές στη δουλειά και σαν έρθει η ώρα, τα προσχήματα πέφτουν ένα προς ένα."

Κοντοστάθηκε στο μεγάλο παράθυρο. Έβαλε από το μπαρ ένα ποτήρι με ουίσκι και το κατέβασε μονομιάς. Το οινόπνευμα γαλήνεψε λίγο την έξαψή του.

Στάθηκε στην προηγούμενη σκέψη του. Ένιωσε κάπως άβολα. Στο τέλος άρχισε να νευριάζει. Νευρίαζε γιατί έπιανε τον εαυτό του για πολλαπλή φορά να ανέχεται μια τέτοια συμπεριφορά από μια γυναίκα και μάλιστα για εκείνον ένα κοριτσόπουλο. Γιατί για την εμπειρία του και τα χρόνια του μια γυναίκα 30 χρονών δεν ήταν παρά κοριτσόπουλο. Έλα όμως που το ένιωθε να του πυρπολεί το μυαλό και τις αισθήσεις.

Αυτή της η επιφανειακή ηρεμία. Αυτό το ατάραχο εξωτερικό της ύφος αλλά και αυτή η σημερινή της μεταστροφή ξύπναγε μέσα του δαίμονες και τον φόρτωνε εγωισμούς και προκλήσεις. Λες και είχε μπροστά του να ξεκινήσει μια αμάχη την οποία στην αρχή θεωρούσε ανύπαρκτη και την λοιδορούσε ενώ τώρα φάνταζε μπροστά του γεμάτη ενδιαφέρον και σκοτεινά σημεία.

Άνοιξε την πόρτα του γραφείου του και κίνησε έξω στο διάδρομο να αλλάξει χώρο και παραστάσεις.

(Συνεχίζεται...)

Ο Κύκλος που κλείνειΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα