Κεφάλαιο 2

4K 318 35
                                    

ΟΣΟΙ ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ φιλοξενούνταν στον πύργο είχαν αρχίσει να αποσύρονται στα δωμάτιά τους και η ορχήστρα έπαιζε πια μόνο αργούς σκοπούς. Κάποια ζευγάρια ήτανακόμα στην πίστα, ανάμεσά τους κι ο Κάρλος με την Κριστίν. Εκείνη φανερά κουρασμένη είχε σχεδόν κρεμαστεί επάνω του κι είχε ακουμπήσει το μέτωπό της στον ώμο του. Το χέρι του ανεβοκατέβαινε τρυφερά στην πλάτη της, σ' ένα αργόσυρτο χάδι.  

-'Ησουν απίστευτη σήμερα, δε χόρταινα να σε κοιτάω, μουρμούρισε στο αυτί της ο Κάρλος. Εκείνη χαμογέλασε, σήκωσε το κεφάλι και τον κοίταξε πονηρά.  

- Αν νομίζεις ότι με τα κομπλιμέντα θα πετύχεις κάτι, έχασες. Είμαι λιώμα από την κούραση και το μόνο που θέλω είναι να πάω στο κρεββάτι μου.  

- Χαίρομαι που θέλουμε τα ίδια πράγματα, της απάντησε εκείνος χαμογελώντας με νόημα.  

- Το μόνο που είμαι σε θέση να κάνω απόψε είναι να κοιμηθώ, του διευκρίνισε, κουνώντας το δάχτυλό της μπροστά στα μάτια του, ενώ στο βλέμμα της τρεμόπαιζε έναχαμόγελο ικανοποίησης. Μετά από δύο χρόνια γάμου, εξακολουθούσε να βιώνει μαζί του ένα ερωτικό πάθος, που έκανε κάθε στιγμή μαζί του μοναδική.  

- Σε διαβεβαιώ ότι από τη στιγμή που θα ξαπλώσεις, δε θα κάνεις απολύτως τίποτα. 'Αστα όλα επάνω μου, της είπε βραχνά και της έδωσε ένα φιλί στα χείλη, που προμήνυε το τι θα ακολουθούσε όταν θα έμεναν μόνοι. Η Κριστίν ένιωσε το σώμα της να ριγά.Βύθισε το βλέμμα της στο δικό του και είδε μέσα του γνώριμες εικόνες που την γέμιζαν ευτυχία. Είδε έναν άντρα τρελά ερωτευμένο, ένα πανίσχυρο άντρα που στα πόδια αυτής της γυναίκας είχε υποκλιθεί και είχε παραδοθεί άνευ όρων... " μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος". 

Και τότε, πάνω από τον ώμο του Κάρλος είδε την αδελφή της. Και το στομάχι της σφίχτηκε. Κάτι στο βλέμμα της Σαμπρίν την έκανε να παγώσει. Στα μάτια της δε διέκρινε την κούραση της ημέρας ή τη ζαλάδα της σαμπάνιας, ούτε καν την αδημονία της νεόνυμφης να βρεθεί επιτέλους μόνη με τον άντρα της. Είδε μια αγωνία και μια νευρικότητα και ένιωσε ότι η αδελφή της ήθελε κάτι να της πει. Τι όμως;  

-Αγάπη μου, θα μου φέρεις άλλο ένα ποτήρι σαμπάνια; είπε στον άντρα της. 

- Είσαι σίγουρη; έκανε ο Κάρλος με απορία, χαμογελώντας λοξά. 'Εχεις ήδη πιει πολύ, δε θα μπορείς να ανέβεις ούτε τις σκάλες. 

- Θα με ανεβάσεις εσύ, του απάντησε χαμογελώντας και του έδωσε ένα πεταχτό φιλί. 

- Τότε να φέρω μπουκάλι, είπε εκείνος κι αφού τη στριφογύρισε σε μια τελευταία χορευτική φιγούρα την άφησε και πήγε προς το μπαρ. Η Κριστίν ακολούθησε για λίγομε το βλέμμα της τον άντρα της κι έπειτα βημάτισε γοργά προς το τραπέζι όπου καθόταν η αδελφή της. Κάθισε δίπλα της σε μια καρέκλα και την κοίταξε Χαρούμενα αλλά και με απορία. 

ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΜΑΣ ΧΩΡΙΣΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα