Κρήτη- Αθήνα 32

6K 444 16
                                    

         Είχε περάσει σχεδόν ένας χρόνος απο την τελευταία φορά που βρέθηκε στο νησί. Ο Αργύρης ο ξάδελφός της και η Ηρώ η γυναίκα του την περίμεναν πως και πως απο τότε που τους τηλεφώνησε και τους ενημέρωσε για τα σχέδια της. Το σπίτι ανανεώθηκε με το βάψιμο και τα λουλούδια εκείνη την εποχή στόλιζαν την αυλή. Χαλάρωνε έξω στην αυλή κοιτώντας την θέα στην θάλασσα όταν άκουσε το τηλέφωνό της να χτυπάει. “Μυρτώ!!” άκουσε την φωνή της φίλης της στην άλλη γραμμή. “Τι κάνεις Ειρηνούλα;” την ρωτά χαμογελώντας. “Πήρα να δω πως είσαι, όλα καλά εκεί;”. Η Μυρτώ έριξε μια ματιά στην θάλασσα και της απάντησε “όλα τέλεια είναι εδώ Ειρήνη, ησυχία, ηρεμία, το σπίτι υπέροχο, τα ξαδέρφια μου με βοήθησαν πολύ”. Πήρε μια βαθιά ανάσα “εσύ πως είσαι;” την ρώτησε απαλά. Άκουσε την ανάσα της φίλης της να βγαίνει απότομα, “τα ίδια, απλά τα ίδια, θα μιλήσουμε σύντομα, να προσέχεις κοριτσάκι” της είπε και έκλεισε το τηλέφωνο.

        Η επιστροφή της στα θρανία της έκανε πολύ καλό. Πήγαινε το πρωί στο σχολείο, έπαιρνε αρκετή δουλειά στο σπίτι και περνούσε ήρεμα τα βράδια της. Πολλές φορές ερχόταν ο Αργύρης και η Ηρώ και της έκαναν παρέα, ή έβγαιναν μαζί για βόλτα μέχρι τα Χανιά. Η ζωή της ήταν ήρεμη, της άρεσε αλλά οι σκέψεις της όλο και γύριζαν πάλι πίσω. Στα τηλεφωνήματά της με την Ειρήνη ή την Άννα, ποτέ δεν αναφέρθηκε το όνομα του Θάνου, ούτε και την είχε ενοχλήσει καθόλου μέχρι τότε. Η θάλασσα της κρατούσε την καλύτερη συντροφιά, κατέβαινε στην παραλία, έκανε ατελείωτες βόλτες, ή καθόταν και χάζευε τα κύμματα. Ο καιρός όλο και καλυτέρευε, κάθε μέρα που περνούσε έφερνε το καλοκαίρι πιο κοντά. Είχαν περάσει δύο μήνες μετά την επιστροφή της στο νησί και στο νεκροταφείο δεν είχε πάει. Το έκανε εκέινη την μέρα όμως γιατί ένιωσε την ανάγκη να το κάνει. Στάθηκε πάνω απο τον τάφο, των δικών της και κοίταξε τις ξεθωριασμένες φωτογραφίες τους. “Τόσα ψέματα, τόσα ψέματα για ποιο λόγο; Και απο σένα βρε γιαγιά, δεν το περίμενα” ψιθύρισε και σκούπισε τα δάκρυά της. “Δεν ξέρω αν έχουν νόημα όλα αυτά τώρα πια” συνέχισε παίρνοντας μια βαθιά ανάσα. “Φυσικά και έχουν!” άκουσε μια έντονη φωνή πίσω της κάνοντας την να ανατριχιάσει. Γύρισε απότομα και αντίκρυσε την Σοφία. “Εσυ! Πως τολμάς!” είπε και την κοίταξε εχθρικά. Η Σοφία στεκόταν απέναντί της με βλέμμα θολωμένο κοιτάζοντας την κόρη της εξεταστικά. “Έμαθα πως τον άφησες, έτσι έπρεπε να γίνει, μην επιτρέψεις να σε πλησιάσει ξανά”. Η οργή της Μυρτώς ήταν μεγάλη απέναντι σε αυτήν την γυναίκα. Της στέρησε το παιδί της και στεκόταν τώρα εδώ μπροστά της να της δίνει συμβουλές. “Εχεις μεγάλο θράσσος Σοφία να έρχεσαι εδώ. Οτι είχαμε να πούμε το είπαμε, μου έκανες μεγάλο κακό, απο μωρό που με άφησες για έναν άλλο άνδρα, ακόμα και σήμερα που μου στέρησες το παιδί μου”, το πρόσωπο της Σοφίας πάγωσε, και το βλέμμα της έπεσε στην κοιλιά της κόρης της. “Όχι!” φώναξε δυνατά. Το αίμα έδειχνε να έχει στραγγιξει απο πάνω της, είχε χλωμιάσει και τα μάτια της φανέρωναν τρόμο μέσα τους. Η Μυρτώ έκλεισε τα μάτια της “οχι δεν θα την λυπηθώ” είπε σιγανά. Η μάνα της στηρίχθηκε απο ένα δέντρο και φάνηκε να τα έχει χαμένα “Μυρτώ, όχι, δεν.... δεν το ήθελα... δεν φανταζόμουν...” προσπάθησε να ψελίσσει. Άνοιξε τα μάτια της και η γυναίκα τρόμαξε με την σκοτεινιά που έκρυβαν. “Μην τολμήσεις” της είπε μέσα απο τα χείλη της “θέλω να φύγεις απο την ζωή μου, δεν σε θέλω κοντά μου, μόνο πληγές ανοίγεις” της είπε απειλητικά.

Η φωτιά {GW15}Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα